Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

AFM

Δεν τον γνώρισα ποτέ από κοντά, δεν ανταλλάξαμε ποτέ προσωπικά μηνύματα, δεν ήξερα το πραγματικό του όνομα. Δεν το ξέρω ούτε τώρα που γράφω αυτές τις λέξεις. 
Κάποιος έγραψε ότι τον έλεγαν Γιώργο. 

Δεν έχει μάλλον σημασία τώρα. Για μένα ήταν πάντα ο φίλος αγαπητός μπλόγκερ Allu Fan Marx και τον ήξερα μόνο από τα γραπτά του. Από τα κείμενά του και τα σχόλιά του που ήταν πάντα εύστοχα και πάντα ευγενικά. 

Κι απέπνεαν τα γραπτά του όλα ένα τέτοιο ήθος, μια τέτοια ευαισθησία, μια τέτοια ποιότητα που ειλικρινά δεν έχω πώς να διαχειριστώ την είδηση του θανάτου του παρά μόνο με μια βαθιά στενοχώρια, μια μεγάλη θλίψη. 

Είναι συναίσθημα περίεργο αυτό. Γιατί δεν είναι απλώς η στενοχώρια που νιώθεις όταν ας πούμε πεθαίνει ένας αγαπημένος σου συγγραφέας. 
Καλώς ή κακώς τελικά αποδεικνύεται ότι η ιστολογική παρουσία δεν είναι μόνο συγγραφή. Είναι πολλά περισσότερα αυτά που περνούν ανάμεσα στις λέξεις, αυτά που σε βοηθάνε να διαμορφώσεις μια εικόνα γι'αυτόν που διαβάζεις. Μια εικόνα τόσο πολύ ζωντανή, τόσο κοντινή, που έτσι ορθώνεται μπροστά σου ζωντανός ο άνθρωπος που γράφει, που εκφράζεται όπως επιλέγει να εκφράζεται και είναι σαν να τον ξέρεις καλά, καλύτερα από ανθρώπους με τους οποίους επικοινωνείς δια ζώσης. 

Έτσι είναι που φτάνεις τώρα να γίνεται και η απώλεια κοντινή κι αυτή. Και η θλίψη εντελώς μα εντελώς ειλικρινής, εντελώς μα εντελώς αληθινή, εντελώς μα εντελώς βαθιά.

Ούτε ξέρω αν βγάζει νόημα αυτό που γράφω, ούτε που με νοιάζει κιόλας. 

Ο αγαπημένος μου ιατρός-τερματοφύλακας-επιστήμων-πρωθυπουργός της Τζατζουφίας Δρ Φλάντζας έγραψε με αφορμή την απώλεια αυτή δυό λόγια που μου φάνηκαν ωραία και ουσιαστικά. 

Τα αναδημοσιεύω χωρίς την άδειά του. 

Θα έλεγα πως έφυγε για τον Παράδεισο που πηγαίνουν να συναντηθούν οι μπλόγκερ, αλλά δεν πιστεύω σε κανενός είδους παράδεισο, μπορώ μόνο να το φανταστώ ως ποιητική αδεία. Ένα Παράδεισο που αυτός και πολλοί άλλοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν, να ποστάρουν, να σχολιάζουν και να τσακώνονται σε μια άλλη διαδικτυακή διάσταση που δεν μας αφορά μέχρι να έρθει η σειρά μας να την ανακαλύψουμε. 




Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Οι άνθρωποι επιθυμούν έργα με ρεβόλβερα


Ο Κωνσταντίνος Καβαρνός γεννήθηκε το 1918 στη Βοστώνη. Ήταν καθηγητής φιλοσοφίας με σπουδές στο Harvard και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του επέδειξε εξαιρετικά θερμό ενδιαφέρον για τον ορθόδοξο χριστιανισμό για τον οποίο έγραψε πάμπολλα σχετικά συγγράμματα.
Γνώριζε προσωπικά και λάτρευε κυριολεκτικά τον Φώτη Κόντογλου, τον οποίο θεωρούσε άγιο άνθρωπο, και του αφιέρωσε τρία συγγράμματά του: Ο Φώτιος Κόντογλου περί βυζαντινής εικονογραφίας και μουσικής, Ψυχωφελείς διδαχαί του Φώτη Κόντογλου και Συναντήσεις με τον Κόντογλου
Σε αυτό το τελευταίο βιβλίο αναφέρεται αναλυτικά στις προσωπικές συναντήσεις που είχε μαζί του, αποκαλύπτοντας ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες από τον τρόπο ζωής του ζωγράφου, όπως π.χ. ότι ο Κόντογλου είχε στο σαλόνι του επιγραφή που έγραφε "Απαγορεύεται το κάπνισμα" ή ότι διαρκώς στο σπίτι του και επί πολλή ώρα έψελναν ύμνους. Στις αφηγήσεις του αναδύεται εναργής η εικόνα του Κόντογλου ως ακραία συντηρητικού και θρησκόληπτου ανθρώπου. 

Τοιχογραφία του Κόντογλου από το σπίτι του, σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη. Στο υπέρθυρο της αριστερής θύρας αυτοπροσωπογραφία του με την κόρη και τη σύζυγό του και κτητορική επιγραφή



Σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου Συναντήσεις με τον Κόντογλου ο Καβαρνός μεταφέρει τις απόψεις του Κόντογλου για τον κινηματογράφο. 

Περί κινηματογράφου 
Θα ανέμενε κανείς από έναν άνθρωπον όπως ο Κόντογλου, που είχεν ασχοληθή τόσον πολύ με τας τέχνας της ζωγραφικής, μουσικής, και ποιήσεως, να είχεν ασχοληθή κάπως και με μίαν τέχνην που είναι μεν καινούργια, αλλ'είναι διαδεδομένη εις όλον τον κόσμον: τον κινηματογράφον. Και πράγματι είχε. Την 26ην Οκτωβρίου του 1958 εδημοσίευσεν εις την "Ελευθερίαν" ένα άρθρον υπό τον τίτλον: "Ο Κινηματογράφος: Μια Παγκόσμια Θρησκεία". Η τέχνη αυτή, λέγει, ασκεί τεραστίαν επίδρασιν εις την ανθρωπίνην ψυχήν. Έχει γίνει "η νέα θρησκεία", και μάλιστα η παγκόσμια θρησκεία. Ο Χριστιανισμός, ο μουσουλμανισμός, ο βουδδισμός, ο εβραϊσμός, μοιρασθήκανε όλες μαζί τον κόσμο. Ενώ ο κινηματογράφος άπλωσε με μιάς απ'άκρου σε άκρη της οικουμένης. Άσπροι, μαύροι, κόκκινοι, κίτρινοι, ευρωπαίοι, αμερικάνοι, κινέζοι, ιντιάνοι, αραπάδες, όλοι προσκυνάνε τα καινούργια είδωλα, τους ίσκιους που περνάνε γλήγορα και σβήνουνε απάνω στο άσπρο πανί... Η ζωή μας σε όλα έχει ποτισθή από τον κινηματογράφο. Μάλιστα η νέα γενεά, που μαθήτεψε σ'αυτό το σχολειό, θρέφεται μ'αυτές τις φωτογραφίες που φανερώνουνται απάνω στο πανί. Οι περισσότεροι μιλάνε, περπατάνε, χειρονομούνε, κυττάζουνε, ντύνουνται, κατά το κινηματογραφικό μοντέλλο που προτιμάνε. Ο καθένας μπαίνει στο καλούπι κάποιου ηθοποιού της οθόνης. Τον εαυτό του τον έχει χάσει".Ο Κόντογλου αναγνωρίζει τας καλάς και τας επιβλαβείς χρήσεις αυτής της τέχνης. Δείγματα καλής χρήσεως είναι κάποια έργα που έχουν ένα ποιητικό θέμα, ένα ταξείδι εις εξωτικούς τόπους, με ωραία θεάματα, με καλούς τύπους ανθρώπων, η προσωπικότης και τα έργα των οποίων έχουν κάποια πνοήν, σκηναί από την ζωήν των απλών ανθρώπων εις ξένην χώραν, κάποια ναυτική ιστορία του Γάλλου διηγηματογράφου Ιουλίου Βερν (1828-1905). Αυτά τα έργα γενικώς περιφρονούνται, θεωρούνται κατάλληλα μόνον δια μικρά παιδιά. Αντ'αυτών, λέγει, οι άνθρωποι επιθυμούν άσχημα έργα, "δυναμικά", όπως τα ονομάζουν, "γεμάτα πάθος και δυναμίτιδα, έργα συνταρακτικά, εκρηκτικά, με ρεβόλβερα, με μαχαίρια, γροθιές, εκδίκηση, ψυχική τρικυμία". Εις το άρθρον του μας πληροφορεί ότι ο ίδιος πηγαίνει εις τον κινηματογράφον μόνον μίαν ή δύο φοράς το έτος, και αυτό δια να ευχαριστήση μέλη της οικογενείας του, που επιθυμούν να ιδούν κάποιο έργον που ταιριάζει με τα αισθήματά των. 



Ο Κωνσταντίνος Καβαρνός απεβίωσε σε ηλικία 93 ετών το 2011. Στο τέλος της ζωής του είχε γίνει μοναχός στο μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα. 







Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

It was the least I could do*

Το να κάνω μια λίστα με τα αγαπημένα μου βιβλία με αγχώνει αφάνταστα, περισσότερο γιατί νομίζω ότι θα στενοχωρηθώ αν ξεχάσω κάποιο αγαπημένο. 
(Μυστηριώδες Νησί, Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, τα Άπαντα του Σέρλοκ Χολμς, Η Πρώτη Γουλιά της Μπύρας του Ντελέρμ, η Ιστορία του Ηροδότου, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, όλος ο Περέκ, ο Καβάφης, δεν αντέχω άλλο σταματάω). 

Λοιπόν σκέφτηκα ότι αν η ζωή μου εξαρτιόταν από το να κάνω μια λίστα από βιβλία, αν ας πούμε ήμουνα φοβερή κατάσκοπος και με είχαν συλλάβει οι κακοί κι έπρεπε οπωσδήποτε να τους παραδώσω μια λίστα με βιβλία, θα τους έδινα εκ του προχείρου την παρακάτω λίστα: 

ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΟΜΟΔΙΝΟ ΜΟΥ ΣΗΜΕΡΑ, ΣΑΒΒΑΤΟ, 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014 - και μαζί κάποια σχόλια επ'αυτών. 

Τα καταγράφω από κάτω προς τα πάνω. Τα κάτω-κάτω είναι ξεχασμένα εκεί εδώ και αρκετό καιρό. 

1. Οδηγίες προς τους Ξελιγωμένους κατά Μποστ. Από ένα αφιέρωμα που είχαν δώσει τα Νέα. Δεν έχω ιδέα γιατί το κρατώ στο κομοδίνο μου όλον αυτό τον καιρό και το χειρότερο είναι ότι ούτε μετά από αυτή την ανάρτηση θα το απομακρύνω. 

2. Άνθρωποι του Μόχθου της Μαρούλας Κλιάφα. Δώρο του Θ. Αγαπώ πολύ τη Μαρούλα Κλιάφα, είχαμε τη μεγάλη χαρά και τιμή να μας ξεναγήσει η ίδια στο μουσείο της στα Τρίκαλα. Αγαπώ τα Τρίκαλα λόγω καταγωγής. Το βιβλίο αυτό βρίσκεται εκεί ουσιαστικά γι'αυτό. 

3. Εσωτερική Όραση του Semir Zeki. Υποτίθεται θα το διάβαζα για ένα συνέδριο που πήγα πέρυσι την άνοιξη. Υποτίθεται θα το διαβάσω εν'όψει της έκδοσης των πρακτικών του συνεδρίου. 

4. London's Strangest Tales του Tom Quinn. Έχω διαβάσει λίγες από τις ιστορίες και είναι σούπερ. Το κρατώ εκεί για να διαβάζω λίγο κάθε που νοσταλγώ το Λονδίνο. Το βιβλίο όμως θα μου θυμίζει πάντα εκείνη την ηλιόλουστη Κυριακή που το αγόρασα μαζί με την υπέροχη Μ.Φ. λίγο πριν αναχωρήσω για Αθήνα.

5. The Ahhiyawa Texts των G. Beckman, T. Bryce, E. Cline. Είναι συναρπαστικό αυτό το βιβλίο. Το διάβαζα θυμάμαι όταν ο Π. ήταν λίγων μηνών κι επειδή το διάβαζα με προσπάθεια να θυμάμαι κάθε τι που γράφει μέσα έφτασα σε ένα σημείο που δεν μπορούσα/ήθελα να πάω παρακάτω αν και θέλω πολύ να το τελειώσω και ξετρελαίνομαι με όσα λέει μέσα. Βγάζει όλο αυτό νόημα; 

6. Μανίες, φοβίες και έμμονες ιδέες του Frank Lamagnere. Κάπου το βρήκα στη βιβλιοθήκη, το είχε αγοράσει παλιά ο Θ. Νομίζω το ξεκίνησα, διάβασα λίγο αλλά δεν θυμάμαι τίποτα απολύτως. 

7. Η Αθήνα Σήμερα του Ν. Τσιφόρου. Αγορασμένο από κάποιο παζάρι, μου φάνηκε ενδιαφέρον, δεν το έχω αρχίσει καν. 

8. Τα Γαμοτράγουδα. Μικρό βιβλιαράκι των εκδόσεων Γαβριηλίδη. Δωράκι του Θ. που ξέρει πόσο μου αρέσουν τα πιπεράτα. Το έχω διαβάσει φυσικά, την ίδια στιγμή που το πήρα, είναι και μικράκι, αλλά το κρατάω να το χαζεύω να γελάω. 

9. Νικόλαος Επισκοπόπουλος. Μια παρουσίαση από τον Νίκο Μαυρέλο. Ο Επισκοπόπουλος είναι πολύ αγαπημένος μου διηγηματογράφος. Θυμάμαι πάντα με αγάπη την στιγμή που τον ανακάλυψα στη δανειστική βιβλιοθήκη του Πειραιά, τότε ακόμη που στεγαζόταν τον 5ο όροφο του κτηρίου στην πλατεία Κοραή. 

10. Αποφοίτηση 1974 του Άγγελου Βλάχου. Τον λατρεύω τον Άγγελο Βλάχο. Παρεμπιπτόντως η δική του μετάφραση του Ηροδότου που κυκλοφόρησε από την Ωκεανίδα είναι η πιο αγαπημένη μου. 

11. Ο Μαξιώτης του Χωλλ Κέιν σε μετάφραση του Αλ. Παπαδιαμάντη. Το αγόρασα βέβαια για τη μετάφραση, την ωραία γλώσσα του Παπαδιαμάντη και είναι και ωραία η έκδοση της Ινδίκτου. Πράγματι το ξεκίνησα και δεν με απογοήτευσε. Η εισαγωγή δυστυχώς δεν είναι καλή και δεν έχει γίνει σωστή επιμέλεια του κειμένου, αλλά η γλώσσα είναι όντως καταπληκτική. 

12. Παγίδες, Απάτες και Εκβιασμοί γύρω από το Γάμο του Αντωνίου Πισσάνου. Πρόκειται για βιβλίο-διαμάντι που επάξια κερδίζει θέση στη συλλογή μου με περίεργα βιβλία. Ο Πισσάνος που υπογράφει ως Psych. Dr., H.C. γράφει έναν λίβελλο κατά των γυναικών που θέλουν να τυλίξουν τους υποψήφιους γαμπρούς και χρησιμοποιούν διάφορα τεχνάσματα με τη βοήθεια των αδελφών και πατεράδων τους. Πρόκειται επί της ουσίας για χιουμοριστικό χρονογράφημα και το πιο αστείο από όλα είναι η εμπάθεια του συγγραφέα. Ο ίδιος έχει γράψει και τα "Υπνωτισμός-Εφηρμοσμένη Ψυχολογία-Πνευματισμός", "Πώς να επιτυγχάνετε (εις όλας τα υποθέσεις της ζωής σας)", "Πνευματική Βοήθεια", "Τηλεπάθεια", "Μπορείς..." κλπ. Δεν δίνω λινκ στο biblionet διότι δεν κυκλοφορεί πιά το βιβλίο, το βρήκα κι εγώ στο παζάρι και πρόσφατα κι ευτυχώς το αγόρασα. Άλλα βιβλία του ιδίου συγγραφέα εδώ



*Στον τίτλο αυτής της ανάρτησης περιέχεται η λέξη 'λίστα'. Ναι. Τόσο αποτυχημένο λογοπαίγνιο. 

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Η μαγική μου σφαίρα

Έχω δυο μεγάλα κουτιά που αποθηκεύω τα στολίδια του χριστουγεννιάτικου δέντρου, μπάλες, Αγιοβασίληδες, αστέρια. Ανάμεσά τους φυλάω και μια μπάλα παράταιρη: γυάλινη, ροζ, με γαλαζοπράσινα λουλούδια και λευκά φύλλα γύρω, βαμμένα στο χέρι με πλατιές πινελιές. Είναι παλιά, την πήρα φεύγοντας από το πατρικό μου τα πρώτα Χριστούγεννα που ήρθα στο δικό μου σπίτι. Δεν την κρεμάω όμως ποτέ στο δέντρο. Δεν ταιριάζουν τα χρώματά της με τα άλλα στολίδια, τα χρυσά και κόκκινα, μα πιο πολύ φοβάμαι μη μου σπάσει.
Μια φορά τον χρόνο, όταν βγάζω τα άλλα στολίδια απ' τα κουτιά τους, την κρατάω στο χέρι μου προσεκτικά και κοιτάζω μέσα στο θαμπό γυαλί της. Είμαι δέκα χρονών και μόλις έχω γυρίσει από το σχολείο. Ανοίγω την πόρτα και βλέπω το δέντρο που στόλιζε η μαμά μου, λιγνό με λίγα κλαδάκια γύρω που τους έβαζε επάνω βαμβάκι να μοιάζει με χιόνι. Βλέπω τον μεγάλο χάρτινο Άγιο Βασίλη που τον στερέωνε κάπου στη μέση, τις κλωστούλες ασημένιας βροχής που έριχνε γύρω. Τα φωτάκια του ήταν πολύχρωμα λουλουδάκια με πλαστικά πέταλα. Βλέπω κι εκείνη δίπλα να χαμογελάει με τη δική μου έκπληξη.
Κρατάω την ανάσα μου να κρατήσει αυτή η στιγμή μια στάλα ακόμη, αλλά το γυαλί της μπάλας θαμπώνει πάλι.


*******
Η ιστορία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αυγή ανήμερα τα Χριστούγεννα του 2013 στο πλαίσιο αφιερώματος με τίτλο "Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία μου" με ιστορίες ιστολόγων. Συμμετείχαν επίσης ο Τσαλαπετεινός, η Ποδηλάτισσα, Το Βυτίο, Ο Ήχος του Ανέμου και οι Κυνοκέφαλοι
Έπονται κι άλλες ιστορίες ιστολόγων στο Πρωτοχρονιάτικο φύλλο. Μην τις χάσετε. 

Αντιγράφω εδώ την εισαγωγή του αφιερώματος όπως γράφτηκε στην Αυγή 

"Είπαμε να ανοίξουμε λίγο το παράθυρο της έντυπης ενημέρωσης και ν' αφήσουμε να μπει ο αέρας του δρόμου... Να δούμε τον κόσμο έξω από το φίλτρο της τρέχουσας ειδησεογραφίας και να ξεφύγουμε από το προφανές. Αντί για ευχές, που μέσα στον βαρύ φετινό χειμώνα δεν είχαμε και μεγάλη διάθεση να ανταλλάξουμε, ζητήσαμε από γνωστούς μπλόγκερς να γράψουν μια χριστουγεννιάτικη ιστορία. Κάπως έτσι ο δημόσιος λόγος της έντυπης δημοσιογραφίας συναντήθηκε, χριστουγεννιάτικα, με τον ιδιωτικό λόγο μιας άλλης "σφαίρας". Εκπλαγήκαμε από τις προσωπικές ματιές. Μικρές ιστορίες, με την αλήθεια και την καθαρότητα μιας ασκημένης, ανήσυχης, ιδιωτικής ματιάς. Βρεθήκαμε μπροστά στο αποτύπωμα της στιγμής, στα ίχνη της ίδιας της ζωής. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα γύρω μας. Η ιδέα του Βιβλιοθηκάριου της "Αυγής" της Κυριακής ζωντανεύει στις παρακάτω γραμμές. Είναι οι δικές τους χριστουγεννιάτικες ιστορίες και επειδή είναι αρκετές, θα βρείτε κι άλλες τόσες στην πρωτοχρονιάτικη έκδοση της "Αυγής"."


Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Λείπω κι είμαι ακόμα εγώ

Departure




Λείπω κι είμαι ακόμα εδώ. 

Ως Ιφιμέδεια γράφω πια στο Νησί μου, ταξιδεύω στα μήδια, δοκίμασα την τύχη μου ως ανταποκρίτρια στις ερωτήσεις αναγνωστών της Α,μπα, λείπω κι είμαι ακόμα εγώ. 


My Own Death



Έκλεισα το μπλογκ ένα χρόνο πριν, τέτοια μέρα. Κάπως έπρεπε να τιμήσω αυτή τη σημαδιακή ημερομηνία.  




Arrival


***
Η ανάρτηση εικονογραφείται με τρία έργα του Alex Gross. 

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

Το τελευταίο πρόβλημα



Αυτή είναι η τρίτη φορά που κάθομαι στα σοβαρά να γράψω την τελευταία ανάρτηση αυτού του ιστολογίου. Για να δούμε αν φτάνοντας στο τέλος θα κατορθώσω να πατήσω τη "δημοσίευση". 

Πάει καιρός που δεν γράφω πιά εδώ. Έλλειψη χρόνου ναι, αλλά κυρίως ένας τεράστιος βραχνάς αυτολογοκρισίας που διαρκώς επικρεμάται πάνω από τα δάκτυλά μου στο πληκτρολόγιο ως Δαμόκλειος σπάθη. Γράφω, σβήνω. Γράφω σβήνω. Σβήνω. Δεν γράφω.

Αυτή πρέπει να είναι η τελευταία ανάρτηση. 
Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο να κλείσω αυτό το μπλογκ που το έχω τόσο αγαπήσει, που έχει συνυφανθεί τόσο στενά με τη ζωή μου τα τελευταία έξι χρόνια. Ήταν ένα ιδιότυπο ημερολόγιο, ένας τρόπος να καταγράφω αδιάσπαστη τις σκέψεις μου και να συζητώ με τους συγγενείς μου, έτσι όπως έβλεπα τουλάχιστον κάποιους από εσάς. Από την άλλη, δεν ωφελεί να κάθομαι έτσι δεμένη μαζί του και να μην μπορώ πιά να γράφω όπως θέλω. 




Ο βασικότερος λόγος που πρέπει πιά να σταματήσω να γράφω εδώ είναι το γεγονός ότι πλέον η ταυτότητα της Ιφιμέδειας έγινε γνωστή σε πολλούς ανθρώπους που γνωρίζω στην "κανονική" μου ζωή. Η ψευδωνυμία μου, χωρίς τη θέλησή μου, χάθηκε σιγά-σιγά. Και βρέθηκα έτσι να μοιράζομαι τις σκέψεις μου με ανθρώπους που δεν επιθυμώ να τις μοιράζομαι. Βρέθηκα να έχω αναγνώστες με τους οποίους δεν επιθυμώ να συνομιλώ. Κάποιοι από αυτούς τους νέους μου αναγνώστες, ταυτόχρονα παλιοί γνωστοί, φρόντισαν με διάφορους τρόπους να με ενημερώνουν ότι "ξέρεις, σε διαβάζουμε". Κι αυτό λειτουργεί τελικά σαν τροχοπέδη για μένα. Θα προτιμούσα να μην ξέρω ποιοί με διαβάζουν. Θα προτιμούσα να είμαστε όλοι κρυμμένοι πίσω από τα ωραία μας ψευδώνυμα, πιό αληθινοί όμως έτσι όπως διαγραφόμαστε μέσα από τα γραπτά μας. Ας είναι. Ο κόσμος δεν λειτουργεί όπως βολεύομαι εγώ. Αυτό πιά το κατάλαβα καλά. 


[Not safe anymore]

Υπάρχει κι άλλος ένας λόγος που αισθάνομαι πιά την ανάγκη να αποσυρθώ. Νιώθω ότι με κάποιο τρόπο οι φίλοι μου, οι συγγενείς μου που έλεγα προηγουμένως, φεύγουν κι αυτοί σιγά-σιγά, σιωπούν ολοένα και συχνότερα στα ιστολόγιά τους, διστάζουν όπως κι εγώ να εκφραστούν. Κι αντιθέτως στην ωραία παιδική χαρά μας παίζουν τώρα άλλα παιδιά, μαθημένα αλλιώς, μαθημένα στη λεκτική βία, στην επίδειξη, παιδάκια που μαζί τους δεν θέλω και δεν μπορώ να παίζω. Όπως έξω στον κόσμο, γύρω μας στην αληθινή ζωή, επικρατούν φαινόμενα νοσηρά κι ακραία, έτσι κι εδώ συσχετισμοί και νοσηρότητες, καταπιεσμένη σεξουαλικότητα κι επανάσταση του καναπέ. Αναμενόμενο θα μου πεις, ακόμα και σ'αυτόν τον μικρόκοσμο η κοινωνία αντιπροσωπεύεται μιά χαρά. Είναι όμως πικρό, αβάσταχτο πιά για μένα, κι όπως στην αληθινή κοινωνία, έτσι κι εδώ αισθάνομαι την ανάγκη να σωπάσω, δεν μου πάει να έχω το ρόλο της γριάς που κουνάει το δάκτυλο κι επισημαίνει ότι στην εποχή μας χάθηκε το ήθος. 



"Γράφω για να με διασχίζω" γράφει ο υπότιτλος της Ιφιμέδειας. Κι αυτό ήταν όλη η ουσία, ήταν το ζητούμενο αυτής της διαδρομής. Και υπήρξα πολύ, μα πάρα πολύ τυχερή που γνώρισα σ'αυτή τη διαδρομή τόσο υπέροχους ανθρώπους, τα καλά παιδιά της παιδικής χαράς, πνευματικά αδέλφια, παρήγορους φίλους, συγγενείς της καρδιάς. 
Θέλω να σας ευχαριστήσω όλους πολύ. Ήσασταν εδώ στο γάμο μου, στις δουλειές μου, στη γέννηση του παιδιού μου και στο θάνατο της μαμάς μου. 
Σας ευχαριστώ αλήθεια πολύ. Για το ωραίο ταξίδι, τα γέλια και τα κλάματα.

Xilaren, Έντεκα, Lemon, Α.Κ., Βαρόμετρε, Κουρούνα, Πρόβατε, Ou Ming, Thas, Damsel in Stress, Ιούδα, Τάκη, Πάνο, Μάνο, Λένα, Δόκτορα Φλάντζα, θεία Σοφία, Πασταφλώρα, Τσαλαπετεινέ, Σταυρούλα, Χαμένο Επεισόδιο, εσάς ειδικά, επειδή είπαμε έναν λόγο ουσίας παραπάνω. 


"Γράφω για να με διασχίζω" 
Και τώρα τί; 



******
Υ.Γ. Πέρασα την εφηβεία μου διαβάζοντας όλα τα έργα του Sir Arthur Conan Doyle που είχαν πρωταγωνιστή τον Sherlock Holmes, τις συλλογές διηγημάτων και τα τέσσερα μυθιστορήματα που συνιστούν τον περίφημο κανόνα. Ο τίτλος της σημερινής ανάρτησης προέρχεται από την ιστορία The Final Problem, από τη συλλογή Οι Αναμνήσεις του Sherlock Holmes. Σε αυτήν ο Holmes έρχεται αντιμέτωπος πρόσωπο με πρόσωπο με τον αντίπαλό του καθηγητή Moriarty στους καταρράκτες του Reichenbach στην Ελβετία και προκειμένου να τον εξολοθρεύσει, ο Holmes δεν διστάζει να πέσει μαζί του στο κενό... 







Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Σιγά-σιγά και μερικές φορές ξαφνικά

Με το πέρασμα των ημερών οι στάχτες από την μεγάλη πυρκαγιά κάθονται διαρκώς παντού, σιγά-σιγά, αλλά σταθερά.  Έτσι γίνεται και μετά από τις εκρήξεις ηφαιστείων. Σου λέει η τέφρα κάνει πολύ καιρό να κατακάτσει. Καλύπτουν τα πάντα, κάθε επιφάνεια, το μέσα και το έξω, όπου κοιτάξω γύρω μου τις βλέπω.Μαζεύονται μέσα στο στόμα μου για να περάσουν μέσα μου και συχνά μου κλείνουν την αναπνοή, δεν μπορώ να πάρω ανάσα. Κυριολεκτικά μου κόβεται η ανάσα, κυρίως το βράδυ την ώρα που κοιμάμαι. Δεν βλέπω πιά όνειρα, μόνο πολύ αμυδρές σκιές που κινούνται με υποτυπώδη αφήγηση. Μάλλον φταίνε οι στάχτες.

Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, πρέπει να πάρω διαζύγιο από εκείνην που νόμιζα ότι ήταν η καλύτερή μου φίλη. Ήρθε στο σπίτι μου την Παρασκευή που μας πέρασε να με συλλυπηθεί και μου ανακοίνωσε ότι παντρεύτηκε στο τέλος Αυγούστου. Ξαφνικά μου είπε το αποφάσισαν και έσπευσαν σε ένα δημαρχείο. Δεν μου έδωσε καμιά εξήγηση γιατί δεν μου το είπε νωρίτερα ή αργότερα, ούτε φυσικά γιατί δεν προσκλήθηκα. Αυτό το ξαφνικά έπρεπε να μου τα πει όλα. Με παρατηρούσε την ώρα που μου αφηγόταν μιά περίεργη ιστορία εργασιακής πρεμούρας για ένα επίδομα -που υποτίθεται εξηγούσε αυτό το "ξαφνικά". Εγώ ήμουν ήρεμη. Της είπα εκείνη την ώρα ότι μετά το θάνατο της μαμάς μου δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να με ταράξει. 

Είπα ψέμματα. Όταν έφυγε, άρχισα να το σκέφτομαι διαρκώς και ταράχτηκα όντως και περιέργως πολύ. 
Το βράδυ έκανα μιά έρευνα στο Google με το όνομά της. Δεν το είχα ξανακάνει ποτέ. Δεν ξέρω πώς μου ήρθε και τί περίμενα. 
Βρήκα την αγγελία του γάμου της σε ένα παλιό φύλλο της Αυγής. Από το τέλος Ιουνίου. Περίπου δεκαπέντε μέρες πριν την βάφτιση του μωρού μου στην οποία φυσικά την είχα καλέσει. 
Δεν ξέρω γιατί με ενόχλησε και η επιλογή της Αυγής. Ήθελα να πάρω τηλέφωνο την εφημερίδα και να τους πω ότι αυτοί που δημοσίευσε την αγγελία τους δεν είναι αληθινοί αριστεροί, δεν είναι έτσι οι αριστεροί. Ή μπορεί και να είναι ακριβώς έτσι, ξέρω κι εγώ;

Τώρα εγώ που δεν είχα κανένα πρόβλημα μαζί της θα πρέπει να βρω το κουράγιο να χωρίσουμε. Σαν εκείνα τα ζευγάρια που την απόφαση πρέπει να πάρει ο κερατωμένος. Για να μην εξευτελίσουμε περισσότερο τα 25 χρόνια της φιλίας μας της αχώριστης. Πώς χωρίζεις μετά από 25 χρόνια; Θα το μάθω κι αυτό ως φαίνεται. Σαν μικρός θάνατος θα είναι κι αυτό λιγάκι. Τουλάχιστον σε αυτή την περίπτωση θα διαλέξω εγώ την ώρα, κάτι είναι κι αυτό. Δεν θα τρομάξω.

Συνεχίζουν να πέφτουν γύρω μου στάχτες. Τις βλέπω στα βλέφαρά μου όταν μισοκλείνω τα μάτια. Όπως εχτές στο πάρκο. Ο μικρός είχε κοιμηθεί στο καρότσι, μεσημεράκι και μαζεύονταν τα σύννεφα για τη βροχή. Καθόμουν σ'ένα παγκάκι κι αισθανόμουν ασφαλής και ήρεμη μέσα στις ευτυχισμένες οικογένειες, στους μπαμπάδες που έπαιζαν μπάλα και στις μαμάδες που κουνούσαν κούνιες. Μόλις κοίταξα τον ουρανό άρχισαν πάλι να πέφτουν στάχτες και δεν έβλεπα καλά και πήρα το μωρό κι έφυγα. Τώρα που το σκέφτομαι πιό πολύ ταίριαζα με μια μισότρελη κυρία με ένα κόκκινο φόρεμα που καθόταν με ανοικτά πόδια σε ένα άλλο παγκάκι. Μαύρα εγώ, κόκκινα αυτή, ταιριάζαμε.

Όλο το Σαββατοκύριακο καταπίνω στάχτες. Τρώω γλυκά διαρκώς για να μπορέσω να τις καταπιώ καλύτερα, αλλά αυτές δεν πάνε με τίποτα κάτω. Με μπουκώνουν και ξυπνάω μέσα στη νύχτα χωρίς ανάσα, πάλι και πάλι. Πρέπει να ψάξω στο Google πώς καταπίνονται οι στάχτες.