Τετάρτη 1 Ιουλίου 2009

Μικροβιολογική οπτική

Τα χέρια μου μυρίζουν χλωρίνη. Πρωί-πρωί μάλωσα με τα μικρόβια. Καλά να πάθω. Η μυρωδιά της τώρα κυκλοφορεί μέσα μου, με μαλώνει, με εκνευρίζει, αρνείται να με εγκαταλείψει.

Ο πάγκος με τις κουρτίνες στη λαϊκή της γειτονιάς μου θυμίζει σκηνή σε τσίρκο, νομάδικη τέντα, την υφασμάτινη κλίνη ενός σεϊχη. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη παρόρμηση είναι να ορμήσω πάνω στα τυλιγμένα υφάσματα, να τα σκορπίσω, να ξαπλώσω μέσα τους.



Ο Ιούδας ΜΕΣΑ στην εποχή του.



Δεν ξέρω αν υφίσταται η έννοια του ατομικού μποϋκοτάζ, αλλά μπορώ να σας βεβαιώσω για την μηδενική αποτελεσματικότητά του. Εξακολουθώ να μην αγοράζω φράουλες Μανωλάδας. Κι επειδή όλο αυτόν τον καιρό δεν βρίσκω φράουλες από αλλού, ε, έχω να φάω φράουλες πάνω από έναν χρόνο. Ούτε γρανίτες, ούτε τίποτα. Αρνούμαι, δεν μου πάει.


Και πόσο καλά κάνω...




Είναι ιδέα μου ή όντως η Μαρία Μπακοδήμου είναι φτυστή η Δούκισσα σε νεανική ηλικία;






Διαβάζουμε στο κρεββάτι.
Πες μου τι διαβάζεις αυτή τη στιγμή;

"Αυτά είναι ανοησίες, δεν υπάρχει δραστηριότητα, μπήκες στη μέση ο Ραζουμίχιν. Δύσκολα αποκτάει κανείς την ικανότητα της δραστηριότητας - δεν πέφτει από τον ουρανό. Κι εμείς έχουμε ξεσυνηθίσει από κάθε δραστηριότητα εδώ και διακόσια τόσα χρόνια... Οι ιδέες, φυσικά, κυκλοφορούν, γυρίζει και λέει στον Πιότρ Πετρόβιτς, και υπάρχει η διάθεση για το καλό, έστω και παιδική. Και τιμιότητα θα βρεις, μόλο που γέμισε ο τόπος από απατεώνες, και έτσι κι αλλιώς, λείπει η δραστηριότητα! Στηρίζεται σε δεκανίκια!"

Δευτέρα 29 Ιουνίου 2009

Δεν είναι καλοκαίρι μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Έξω αυτή τη στιγμή μαζεύει σύννεφα βροχής και μπουμπουνίζει...

Μπουμπούνισε και χτες εξαιτίας μου, αλλά αυτό είναι μιά άλλη ιστορία.

Δεν έχει έρθει βέβαια το καλοκαίρι. Δεν ξεγελιέμαι εγώ από τις θερμοκρασίες. Κι ίσως-ίσως να μην έρθει φέτος.

(άλλωστε δεν έχει αρχίζει να προβάλλεται το Ρετιρέ...)


4.2010.dk baby!



Ο Θ. μου έκανε δώρο το Μαγεμένο Χωριό! Pure magic!

(δεδομένου ότι ο Θ. μου κάνει δώρα κατεξοχήν όταν είμαι στενοχωρημένη για να χαρώ, τον Ιούνιο νομίζω οτι ξεπαραδιάστηκε...)




Αγάπη, το ξεχαρμάνιασμα στις δημόσιες υπερεσίες απαγορεύτηκε εδώ και 150 χρόνια. So ΝΟΤ 21st century.


Στην πολυκατοικία μας μένει μιά οικογένεια Αιγυπτίων. Πολύτεκνη. Όταν αποφασίζουν να φωνάξουν ο ένας στον άλλον έχεις μιά ανεπανάληπτη αίσθηση εξωτισμού: Μουσταφά! Αμπντέλ! Χάννα!


Ως γνήσια κοιλιόδουλο πλάσμα και γνωστή αμετανόητη γλυκατζού προμηθεύτηκα φέτος και παγωτομηχανή. Πλέον βήχω ασύστολα διότι έχω ήδη καταναλώσει άπειρες ποσότητες παγωτού.

Θυμήθηκα τον Ξενόπουλο και μιά επιφυλλίδα του στη Διάπλασι των Παίδων και για να μην πάθετε κι εσείς καλά μου παιδάκια ό,τι έπαθα εγώ, ιδού οι σκαναρισμένες συμβουλές του "Φαίδωνα" για τα φυσικά παγωτά !


Στο Star Trek V ο Sybok, ετεροθαλής αδελφός του Spock, φέρνει όλους τους επιβαίνοντες του Enterprise σε επαφή με τον "ενδότερο πόνο" τους, με την ενοχή τους, το παράπονο που όλοι κρύβουν κάπου βαθιά μέσα τους. Η διαδικασία λειτουργεί για όλους θεραπευτικά και φέρνει τη γαλήνη.

Μόνος ο Kirk αντιστέκεται και αρνείται να "κοιτάξει πίσω". Όταν ακόμη και ο γιατρός McCoy τον ενθαρρύνει, "Jim, try to be open about this", o Kirk ξεσπά "About what? That I've made the wrong choices in my life? That I went left when I should've gone right? I know what my weaknesses are. I don't need Sybok to take me on a tour of them" και συνεχίζει προς τον γιατρό: "Dammit, Bones, you're a doctor! You know that pain and guilt can't be taken away with the wave of a magic wand. They're things we carry with us - the things that make us who we are. If we lose them, we lose ourselves. I don't want my pain taken away. I need my pain".

Έχει δίκιο ο Kirk;

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009

Έξω από το δέρμα



Του πήρε 50 χρόνια, αλλά επιτέλους χθες βράδυ ο Michael Jackson δραπέτευσε από το δέρμα του που μισούσε τόσο. Έτσι, σχεδόν ξαφνικά. Άφησε πίσω το λευκό πουκάμισό του.


Χτες τη νύχτα έμεινα να παρακολουθώ στο CNN τη μουδιασμένη Αμερική και τις αντιδράσεις της. Καλώς-κακώς η παρουσία του έχει απολύτως σφραγίσει μουσικά τα ακούσματα της εφηβείας μου. Δεν νοείται δεκαετία του '80 χωρίς τον Michael Jackson. Κι έτσι στα 37 μου έπρεπε να μείνω να χαζεύω και να σκέφτομαι ως τις 3 το πρωί.


Ο Jackson ήταν όντως ένα περίεργο φαινόμενο. Δεν ήταν ποτέ όμορφος άνδρας, πολύ περισσότερο όταν άρχισε να μπαινοβγαίνει στα χειρουργεία, κι έτσι μπορούσε να καυχάται ότι ο περισσότερος κόσμος τον παρακολουθούσε μόνο για τη μουσική του. Μιά μουσική ιδιαίτερη, πιό πολύ μιά ερμηνεία ιδιότυπη, συνοδευόμενη από τις trademark χορευτικές κινήσεις του. Όπως και να είχε, έτρεξα κι εγώ να αγοράσω την κασέττα του Thriller που βγήκε το 1982! Ένα πολύτιμο λάφυρο. Η απόδειξη ότι υπήρξα 10 χρονών υπάρχει ακόμη μέσα σε ένα κουτί στην αποθήκη μας...


Θα ήθελα αυτό το ποστ να είναι μόνο για την μουσική του, αλλά βεβαίως δεν μπορεί να είναι μόνο αυτό.
Ο Jackson βγαίνοντας από τα ψευτικά νέφη των βιντεοκλίπ του εισέβαλε στο δύσοσμο νέφος των κατηγοριών για παιδεραστία.

Ποιός ξέρει τι είδους άνθρωπος ήταν τελικά, πώς παγιδεύτηκε μέσα στα πλαστικά χειρουργεία, γιατί γύρευε να διορθώσει την παιδική του ηλικία καταστρέφοντας την παιδική ηλικία άλλων παιδιών, τι είδους σχέση είχε με τα δικά του παιδιά.

Και παραμένει απορίας άξιο, αλλά τελικά απολύτως ενδεικτικό για την εποχή μας και τον κόσμο που ζούμε, πώς ένας άνθρωπος με τόσα καταφανώς σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα κατόρθωσε τόσα πολλά πράγματα στη ζωή του. Ίσως, το κυριώτερο, να μην δικαστεί ποτέ γιά τα φρικτά που του καταμαρτυρούσαν.

Τρίτη 23 Ιουνίου 2009

Η κατσαρόλα με τα μακαρόνια


Η τηλεόραση εμέσει την 'αηδία της χρονιάς'. Την κλείνω πάραυτα και φωνάζω τον Michael Nyman να καθαρίσει το σπίτι μου. Φέρνει την έγχορδη μελωδία του The End of the Affair και κάνει ό,τι μπορεί. Εγώ τρέχω στην κουζίνα.


Αυτή την εποχή ζω στον πάτο μιάς κατσαρόλας γεμάτης μακαρόνια. Όπου και να γυρίσω βλέπω τα πλοκάμια τους, είναι γύρω μου, κάτω από τα χέρια μου, μέσα στα μαλλιά μου. Αναδύουν την οικεία μυρωδιά του βρασμένου υδατάνθρακα. Δεν προσπαθώ καθόλου να σκαρφαλώσω στην άκρη της κατσαρόλας. Μόνο αναδεύομαι πότε-πότε και κοιτάζω προς τα πάνω.



Βλέπω τον κόσμο με την άβολη θέαση της παιδικής ηλικίας, από κάτω προς τα πάνω, κι αυτό αναπόφευκτα προκαλεί παιδικές αντιδράσεις. Δέος, φόβος, υπέρμετρη χαρά, αυθόρμητη έκφραση, ξαφνική θλίψη, παράλογες σκέψεις. Ο κόσμος των μεγάλων παρέμεινε για μένα εν πολλοίς ένα μυστήριο. Τα παιχνίδια τους εξακολουθούν να έχουν άγνωστους κανόνες, οι συμβάσεις τους με ενοχλούν, δεν μπορώ να διαβάσω τα συναισθήματά τους. Υπάρχουν μεγάλοι που δεν με παίζουν. Υπάρχουν μεγάλοι που δεν θέλω να τους παίζω.


Ο Nyman μου λέει ότι είναι ηλίθιο εκ μέρους μου να κρύβομαι έτσι, αν και με συμπονά. Θέλω τη συμπόνια σου Michael. Θέλω την προσοχή σου. Δεν θέλω τις παρατηρήσεις σου. Ούτε την κριτική σου. Το καπάκι κλείνει. Θα κάνω ό,τι θέλω. Τα μακαρόνια κουνιούνται καθησυχαστικά. Κάνει μιά ευχάριστη ζέστη.


Η μουσική ακούγεται από το διπλανό δωμάτιο.

Βγες από 'κεί.


Όχι δεν βγαίνω είπα.


Θα κάτσω εδώ, μέσα στα μακαρόνια, θα γλιστράω ανάμεσά τους, θα ρουφάω τους ατμούς τους, θα κλείνω τα μάτια να ακούω τη μουσική, θα κοιμηθώ, θα ξεκουραστώ.


Δεν ξέρω αν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που ζουν πάνω στο μάτι της κουζίνας μέσα στις κατσαρόλες τους. Σε κάθε περίπτωση το συστήνω. Είναι μιά πολύ καλή κρυψώνα. Κανείς ποτέ δεν σκέφτεται να σηκώσει το καπάκι και να ψάξει εκεί μέσα.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2009

Το τραγούδι της αυτοπεποίθησης

Phenomenal Woman

της Maya Angelou

Pretty women wonder where my secret lies.
I'm not cute or built to suit a fashion model's size
But when I start to tell them,
They think I'm telling lies.
I say,
It's in the reach of my arms
The span of my hips,
The stride of my step,
The curl of my lips.
I'm a woman
Phenomenally.
Phenomenal woman,
That's me.

I walk into a room
Just as cool as you please,
And to a man,
The fellows stand or
Fall down on their knees.
Then they swarm around me,
A hive of honey bees.
I say,
It's the fire in my eyes,
And the flash of my teeth,
The swing in my waist,
And the joy in my feet.
I'm a woman
Phenomenally.
Phenomenal woman,
That's me.

Men themselves have wondered
What they see in me.
They try so much
But they can't touch
My inner mystery.
When I try to show them
They say they still can't see.
I say,
It's in the arch of my back,
The sun of my smile,
The ride of my breasts,
The grace of my style.
I'm a woman
Phenomenally.
Phenomenal woman,
That's me.

Now you understand
Just why my head's not bowed.
I don't shout or jump about
Or have to talk real loud.
When you see me passing
It ought to make you proud.
I say,
It's in the click of my heels,
The bend of my hair,
the palm of my hand,
The need of my care,
'Cause I'm a woman
Phenomenally.
Phenomenal woman,
That's me.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

Οι τρεις ζωές της Καλλίτσας Γιαννοπούλου-Τσιάκα

Η κα Καλλίτσα Γιαννοπούλου Τσιάκα, πρόσωπο υπαρκτό, είναι ένας άνθρωπος απολύτως μαγικός, ένας άνθρωπος που έχει ζήσει ως τώρα τρεις ζωές.

Η Πρώτη Ζωή

Στην πρώτη ζωή της η κα Καλλίτσα -ας μου επιτραπεί η οικειότητα, αν και δεν έχω την τιμή της προσωπικής γνωριμίας- υπήρξε φιλόλογος-ιστορικός και εργάστηκε επί σειρά ετών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Συνταξιοδοτήθηκε ως "επίτιμη Διευθύντρια
της Διεύθυνσης Δημοσιευμάτων και Εκδόσεων των του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών».

Πράγματι, μια μικρή σχετική έρευνα στο διαδίκτυο, όχι μόνον επιβεβαιώνει την πληροφορία αυτή, αλλά επιπλέον φωτίζει μια ακόμη πλούσια πτυχή αυτής της Πρώτης Ζωής της κυρίας Καλλίτσας. Ως φαίνεται από το συνήθως ανεπαρκές για σχετικά ζητήματα σύνολο των ελληνικών ιστοσελίδων, η κυρία Καλλίτσα υπήρξε εναργέστατη ερευνήτρια-φιλόλογος με συμμετοχές σε πολλά σημαντικά συνέδρια, παρουσιάσεις βιβλίων, κλπ.

Σημειώνω εδώ δειγματοληπτικά παραπέμποντας στις σχετικές ιστοσελίδες:

ομιλία με τίτλο "Γεράσιμος Μικρογιαννανίτης" στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Θρησκευτικής Ποίησης, Θεολογικού Λόγου και Μέλους, Μητρόπολη Αττικής, εδώ

ομιλία με τίτλο "Η Επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων κατά την Τουρκοκρατία" στο τριήμερο συνέδριο Τα Άγραφα στη Διαδρομή της Ιστορίας, εδώ

ομιλία με τίτλο «Στις πλαγιές του Τυμφρηστού: Μερκάδα – Μαυρίλλο – Νεοχώρι» στο Ε' Ονοματολογικό Συνέδριο "Ονοματολογικά Φθιώτιδος", Λαμία 3-5 Οκτ. 2008, εδώ

ομιλία με τίτλο "Οι Δελφικές εορτές-Άγγελος Σικελιανός", στο 1ο Διεθνές Συνέδριο για τον Ελληνικό Πολιτισμό, εδώ


ομιλία με τίτλο "Το Καρπενήσι στην αρχή και το τέλος του 20ου αιώνα", εδώ

παρουσίαση του βιβλίου του Ι. Τσάτσαρη, "Ο Άνθρωπος στην Άγνωστη Πορεία του - Η Αποκάλυψη", 15-6-2005, εδώ

παρουσίαση βιβλίου του Ι. Τσάτσαρη, "Το Επόμενο Βήμα της Δημιουργίας - Η Αποκάλυψη", 7-2-2003, εδώ



Η Δεύτερη Ζωή







Επιπλέον της ερευνητικής δραστηριότητας στην Πρώτη της Ζωή, η κυρία Καλλίτσα έζησε μιά δεύτερη ζωή. Είναι σημαντικότατη ποιήτρια με διεθνείς διακρίσεις. Παρά το απογοητευτικό γεγονός ότι το κατά τα άλλα εξαιρετικά ενημερωμένο biblionet αγνοεί προκλητικά το έργο της, η κυρία Καλλίτσα έχει εκδόσει πλήθος ποιητικών συλλογών, που έγιναν θερμότατα δεκτές από την σύγχρονη φιλολογική κριτική.
Ενδεικτικά, αντιγράφω εδώ την κριτική του αρθρογράφου Γιάννη Καραβίδα από τον 'Ριζοσπάστη' της 1ης Ιούνη (sic) για την ποιητική συλλογή "Λυρικά"

Είναι πράγματι «Λυρικά» τα ποιήματα της Καλλίτσας Τσιάκα - Γιαννοπούλου. Φθόγγοι πουλιών, που ανεβάζουν μέσα απ' την καρδιά της μια «προσευχή» στην Αγάπη: «Είναι μια δέσμη μουσική/ που κλείνει μέσα σ' όλα τα στολίδια/ το μαγικό με το απίστευτο».

Για την ποιήτρια, ο έρωτας είναι το «νυχτολούλουδο», που αποπνέει «το πιο όμορφο όνειρο». Καθώς στοχάζεται και φιλοσοφεί πάνω στην ομορφιά της ζωής, πείθει ότι αγάπη είναι η ελευθερία του δίκιου κι όχι η καταπίεση του ενός προς τον άλλο: «Θέλω την αγάπη σου,/ χρειάζομαι τον έρωτά σου (...) Ομως και το δικό μου βήμα τ' αγαπώ,/ τον δικό μου προορισμό,/ την ελευθερία μου/ συντονισμένη με το δικό σου αγκάλιασμα».

όλη η κριτική εδώ

Το 2005 στο διαγωνισμό Σικελιανά η ποίητρια έλαβε το δεύτερο βραβείο στην κατηγορία Ποίηση Αυτογνωσίας με το ποίημα "Μεγαλώνοντας ένα παιδί".

Δεν είναι όμως τυχαίο ότι η αξία της ποίησης της κας Καλλίτσας αναγνωρίζεται περισσότερο διεθνώς παρά εγχωρίως.

Η κα Καλλίτσα βραβεύθηκε στην φίλη χώρα Ιταλία με το πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό ποίησης ματος της Ponte Negra, μία είδηση που δυστυχώς πέρασε στα "ψιλά" των ελληνικών εφημερίδων...

Το σημαντικότερο: η κα Καλλίτσα Γιαννοπούλου-Τσιάκα θεωρείται εκπρόσωπος της γενιάς του '70, σύμφωνα με την σχετική παρουσίαση της ιστοσελίδας του καθηγητή νεοελληνικής φιλολογίας Angel Martinez Fernandez στο Πανεπιστήμιο La Laguna της Ισπανίας. Ο καθηγητής Fernandez της κάνει ένα μικρό αφιέρωμα, παραπέμποντας ενδεικτικά στο ποίημά της Δε θέλω που πραγματεύεται τόσο αισθαντικά το θέμα του θανάτου.
η Τρίτη Ζωή

Στην τρίτη ζωή της, η κα Καλλίτσα αποφάσισε να υπηρετήσει τα κοινά. Κατέβηκε ως υποψηφία βουλευτής με το κόμμα της Δημοκρατικής Αναγέννησης του Στέλιου Παπαθεμελή στην εκλογική περιφέρεια της Β' Αθηνών στις εκλογές του 2007, αλλά δυστυχώς δεν εξελέγη.
Παρόλον τούτο συνεχίζει τον καλό αγώνα, παρεμβαίνοντας στα κοινά μέσω του δημοσίου λόγου και διαλόγου.


Βλ. ενδεικτικά το άρθρο της "Η διαλεκτική των αξιών σήμερα", στο περιοδικό του κόμματος Πολιτική Ενημέρωση, εδώ.

Αξίζει παρεμπιπτόντως να ρίξετε μιά ματιά στο περιοδικό του κόμματος, το οποίο βρίθει χρήσιμων πληροφοριών, όπως η παραίνεσις εις τους νέους να "προχωρήσουν στη δημιουργία brogspot, ή facebook ή myspace στο διαδίκτυο (internet), έτσι ώστε να ανοιχτεί ένας ευρύτατος διάλογος τόσο για τα εθνικά όσο και για τα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία". Παρομοίως εις το site του κου Παπαθεμελή μην λησμονήσετε να διαβάσετε την ανοικτή επιστολή που απευθύνει η 27χρονη "Αλεξία" εις τους όλους εμάς τους bloggers. Διάμαντι ανεκτίμητο!


Η Τέταρτη Ζωή;

Η κα Καλλίτσα Γιαννοπούλου-Τσιάκα έγινε ευρέως γνωστή από την συχνότητα του τηλεοπτικού διαύλου Extra 3, πιο συγκεκριμένα ως μέλος της ομάδας τακτικών προσκεκλημένων σχολιαστών της εκπομπής Ταλέντα Made in Greece.

Η εκπομπή προβάλλεται κάθε Σάββατο βράδυ στις 12:30, (αμέσως μετά την τηλεοπτική δημοπρασία χαλιών της κας Μοιραράκη, και ασχολείται με ζητήματα κοινωνικά, ψυχαγωγικά, επικαιρότητας, κλπ. Το Ταλέντα made in Greece επιμελείται και παρουσιάζει ο δημοσιογράφος Φίλιππος Καμπούρης πλαισιωμένος από μια πλειάδα αστραφτερών προσωπικοτήτων από το χώρο της δημοσιογραφίας (Ιωάννα Δεμέντη, κα Καλοσκιάμη, κ.α.)και της τέχνης (Ανδρέας Ευαγγελόπουλος, Γιώργος Σταυρόπουλος, Εύη Κρανιδέλη, Καλή Φέρρη, Σφακιανάκης, Βασ-Βας, κ.α.).

Η κυρία Γιαννοπούλου-Τσιάκα, η κυρία Καλλίτσα, όπως πιο οικεία είθισται να αποκαλείται και στην εκπομπή, αντιπροσωπεύει με την παρουσία της τον κόσμο του πνεύματος. Στη γνωστή ιστοσελίδα youtube αφθονούν τα σχετικά βίντεο για όσους θα ήθελαν να την γνωρίσουν καλύτερα
(βλ. ενδεικτικά εδώ, εδώ, εδώ)

Εν κατακλείδι
Η γλυκύτατη κα Καλλίτσα αποτελεί ένα αληθινά αντιπροσωπευτικό δείγμα του ελληνικού πνεύματος. Η διαδρομή της μέσα από τις διάφορες ζωές της συμβολίζει με τον καλύτερο τρόπο την διαδρομή του σύγχρονου έλληνα ακαδημαϊκού διανοητή. Δεν περιορίζεται στον ακαδημαϊκό κόσμο, αλλά δίνει διέξοδο στις ευαισθησίες του μέσω της υψηλής ποίησης και ταυτόχρονα, υπηρετώντας το υψηλότατο ιδανικό της προσφοράς, επιχειρεί να επιστρέψει στην κοινωνία μέσω της πολιτικής παρουσίας ακολουθώντας τις επιταγές του Αριστοτέλη.


Θα κλείσω την αφιερωματική αυτή παρουσίαση δανειζόμενη την διεισδυτική παρατήρηση του Γ. Καραβίδα από τον Ριζοσπάστη, που ενστικτωδώς σχεδόν, διάβασε την πορεία ζωών της κας Καλλίτσας και αναγνώρισε την υπερφυσική φύση της.

"Η Κ. Τ. - Γ. δε φοβάται το χρόνο. Απεναντίας, τον προκαλεί για να νιώσει πληρότητα που την ταυτίζει με την ευτυχία. Οταν περάσει ο χρόνος, τότε θα 'ναι κερδισμένος απ' την ίδια:
Πότε θα 'ρθει εκείνη η στιγμή

να νιώσω ευτυχισμένη

απ' τα χρόνια;

Πότε θα μεγαλώσω τόσο

που να αισθανθώ γυναίκα τρυφερή

γεμάτη ωραία πίκρα;"

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2009

Αναζητώντας τον χαμένο κόπο


Είναι μιά βδομάδα που καταπίνω το άγχος και τη στενοχώρια μου, όπως ακριβώς πρέπει να κάνω. Ακολουθώ όλη την τελετουργία της περίστασης. Απέφυγα να γράψω εν βρασμώ στο blog, πήγα κομμωτήριο, θύμωσα, έκλαψα, πέταξα και το ρολό χαρτί της κουζίνας στο πάτωμα (είναι το μόνο ενεργητικό ξέσπασμα θυμού που επιτρέπω στον εαυτό μου) και τώρα νιώθω να γλυστράω στην πιό ύπουλη περίοδο. Αυτή στην οποία φαίνεται ότι δεν στενοχωριέμαι πιά, δεν δείχνω τίποτα, δεν εξωτερικεύω πιά τίποτα.



Επειδή κι εγώ η ίδια φοβάμαι να περάσω στην περίοδο αυτή, την πολεμάω αυτή τη στιγμή ψυχαναγκαστικά γράφοντας κάτι, ο,τιδήποτε, αυτά εδώ τα λόγια στο blog.



Δεν με νοιάζει να επαναλάβω εδώ γιατί και πώς προκλήθηκε η στενοχώρια μου. Βαριέμαι και να τα γράφω και πλέον και να τα λέω. Το μότο που επαναλαμβάνω συνεχώς είναι το "κάθε εμπόδιο για καλό". Το λέω συνέχεια, σε φίλους, γνωστούς, συγγενείς, στον Θ., στην Ρ., τόσο συχνά, που φοβάμαι πώς κάποιος από όλους τους θα καταλάβει οτι δεν το εννοώ.

Από την άλλη υπήρξα πάντοτε πολύ καλή ηθοποιός, με πολύχρονη πείρα, μπρίο και ζωντάνια, δεν πέρναγα καλά στα παρασκήνια αλλά αυτό ποτέ δεν έβγαινε στη σκηνή και δεν το εισέπρατε το κοινό.



Τέλος πάντων, έχω παραδεχτεί κι εγώ η ίδια ότι είμαι drama queen, κι όλα αυτά που γράφω, αγαπητέ μου αναγνώστη, πρέπει απαραιτήτως να περνούν από αυτό το πρίσμα. Δεν πέθανε κανένας, ούτε καταστράφηκε κανένας, η ζωή συνεχίζεται και μην ξεχνιόμαστε "κάθε εμπόδιο για καλό".




Αγαπητοί μου φίλοι,

αναζητώ τον χαμένο μου κόπο. Δεν τον βρίσκω κι αυτό με θυμώνει και με κάνει να νιώθω πολύ ηττημένη, πολύ θλιμμένη και πολύ κακιά. Με αυτή την διάθεση λοιπόν, ας την πούμε της "θυμωμένης, ηττημένης, θλιμμένης κακιάς" μπορώ να βρω παρηγοριά μόνον στους αγαπημένους μου ποιητές. Ξέρω ότι δεν θα πραγματοποιήσω αυτά που σκέφτομαι. Θα μείνω στα λόγια. Στα λόγια του Blake.


A Poison Tree by William Blake

I was angry with my friend;
I told my wrath, my wrath did end.
I was angry with my foe:
I told it not, my wrath did grow.

And I waterd it in fears,
Night & morning with my tears:
And I sunned it with smiles,
And with soft deceitful wiles.

And it grew both day and night,
Till it bore an apple bright.
And my foe beheld it shine,
And he knew that it was mine.

And into my garden stole.
When the night had veiled the pole;
In the morning glad I see,
My foe outstretchd beneath the tree.

Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Ξαφνικά και απροσδόκητα


Tο Kολωνάκι μ'αρέσει γιατί κατ’ουσίαν είναι πολύ σουρεάλ περιοχή. Mια περιοχή νεκροζώντανων ζόμπυ με πολύχρωμα ρούχα και πεσμένο κέφι. Ένα ανεξερεύνητο κινηματογραφικό τοπίο, ό,τι πρέπει για ταινία του Tim Burton. Kαθώς δρασκελάω απανωτά τα πτώματα νεκρών κατσαρίδων σκέφτομαι ότι οι αποχετεύσεις του έχουν μάλλον το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. H ζωή όμως με διαψεύδει συνεχώς.

Σηκώνω το βλέμμα και βλέπω μιά επιγραφή. Perro’s café γραμμένο με πράσινο χριστουγεννιάτικο πλαστικό κλαδί τυλιγμένο με κόκκινα χριστουγεννιάτικα φωτάκια. Tα φωτάκια στις 9 η ώρα το πρωί είναι αναμμένα. Mια υποψία καταρρακώνει το μυαλό μου. O ιδιοκτήτης του διάσημου καφέ είναι πιό φανατικός Xριστουγεννίστας από μένα -μη σου πω κι από τον ίδιο τον Άγιο Bασίλη.



Στο σουρεαλιστικό αυτό τοπίο είναι πολύ φυσικό να γίνομαι αόρατη. Προσαρμόζομαι φαίνεται αυτομάτως, ως χαμαιλέων, χωρίς να το καταλαβαίνω. Mη με ζηλεύετε όμως για το χάρισμά μου. Tο διαπίστωσα άλλωστε με τον χειρότερο τρόπο. Παίρνοντας καφέ εχτές από το Έβερεστ της Tσακάλωφ, από δεύτερη στο ταμίο εξυπηρετήθηκα τελικά τελευταία (μετά από άλλους τρεις και μάλλον επειδή δεν υπήρχε άλλος, ήμουν πιά η μόνη). Aποφάσισα να δοκιμάσω το νεοαποκτηθέν μου ταλέντο και σήμερα. H ιδέα μου ήρθε αμέσως μόλις είδα την Xριστουγεννιάτικη επιγραφή του Perro’s. Ποιός ξέρει γιατί.

Πράγματι. Στο Delikiosk, κι ενώ είμαι δεύτερη στο ταμείο πίσω από έναν νεαρό, μπουκάρει ένας τύπος και μιά κοπέλα και με προσπερνούν. O τύπος δίνει παραγγελία σαν να μην υπάρχω. Oυάου. Zω την μαγεία στο Kολωνάκι! Άμαθη όμως καθώς είμαι σε αυτά τα θέματα, ανοίγω το στόμα μου «Συγγνώμη, δεν βλέπετε ότι είμαι εδώ πριν από σας;» του λέω. H μαγεία χάνεται μονομιάς. Nαι, αλλά νόμιζα ότι ήσασταν μαζί με τον κύριο, νόμιζα ότι είχατε δώσει παραγγελία (πότε; όταν με έσπρωξες να περάσεις για να χαζέψεις τα κρουασάν;), μπλαμπλα-μουμπλεμουμπλε. Pώτησα γιατί έπρεπε να μάθω, καταλαβαίνετε.



Aκούω τον Πανούση να κατηγορεί σε όλη τη διάρκεια της εκπομπής του τον Σάκη ως τραγουδιστή της Xούντας και την Γιουροβίζιον ως πάρτυ των Eυρωπαίων γκέϋ που πλήρωσε ο ελληνικός λαός (!) 32 εκατ. ευρώ. Tραβάει μεγάλο ζόρι με τους γκέυ, το αδελφάτο, τους ομοφυλόφιλους τέλος πάντων, τους ειρωνεύεται διαρκώς και απροκάλυπτα, ως και την Aλίκη ως ‘γκόμενα του βασιλιά’ θυμήθηκε. How more Πυξ Λαξ can you go?
Tέλος πάντων. Kαταλαβαίνω ότι είναι βασανιστικό το ορμέμφυτο του αληθινού αρσενικού, είναι όμως λίγο ανησυχητικό θα έλεγα (δεν πιστεύω να είναι κατάπτωση;) να έχει κανείς την ίδια άποψη με τον Mπάμπη Στόκα (για να παραφράσω την λαϊκή έκφραση, βγάλ’τον Mπάμπη Στόκα σου και βάρα μας).

Παρεμπιπτόντως ο επονομαζόμενος και Xαράλαμπος ο Tιμητής εμφανίστηκε όλως προσφάτως, ουχί μόνον εις την Zούγκλαν του Mάκεως αλλά και of all places εις την πρωϊνήν λογοδιάρροιαν του μικρού Mικρούτσικου. Έχει κι αυτός ιερό αγώνα να δώσει, Sakis delendus est.

Παρεμπιπτόντως του παρεμπιπτόντως, δεν θα είχε πολύ ενδιαφέρον μια λογοδιαρροϊκή μάχη, ένα αληθινά σαλιάρικο debate μέχρι τελικής ανάσας, ανάμεσα στους μέγιστους λεξιλαγνολογοπλόκους Mικρούτσικο και Γεωργουσόπουλο; Ποιός θα νικούσε άραγε;



Tην Tετάρτη το βράδυ έγινα 15 χρονών.
Πήρα την κολλητή μου αγκαζέ και πήγαμε σινεμά στο Mall. Xασκογελούσαμε συνέχεια, πολύ γέλιο σας λέω, όλα αστεία ήταν. Συζητάγαμε για γκόμενους, κοιτάζαμε αγόρια και είδαμε Στάρ Tρεκ. Eντάξει, η ταινία είναι TEΛEIA. Tελείως τέλεια δηλαδή. Tι να λέμε τώρα.


Kι όχι μόνο αυτό. Γυρίσαμε πολύ αργά, 1 η ώρα σας λέω, και ο Θ. με πήρε τηλέφωνο να δει που είμαι. Xιχιχι. Ήμουν έξω απ’την πόρτα. Tώρα μπαίνω του είπα. Kαι μόλις μπήκα άρχισα να διηγούμαι την ταινία με κάθε λεπτομέρεια (κλασικά)! Mέχρι και τα ηχητικά εφέ προσπαθούσα να αναπαράγω. Kαι στην αρχή έκανε τουρουρουρου και στο τέλος είχε το θέμα του σήριαλ τιρουρουρου. «Θα την δω κι εγώ την ταινία, άντε να κοιμηθούμε τώρα, ξυπνάμε νωρίς». Kαλά. Ήπια σοκολατούχο γάλα και κοιμήθηκα αμέσως. Eίναι τέλεια να γίνεσαι 15 χρονών!





Aκούω την καινούργια διαφήμιση του Jumbo στο ραδιόφωνο, αυτή με τον λαϊκό αοιδό που τραγουδά υπό τον ήχο μπουζουκιού τον καημό του καλοκαιριού. Πολύ μου άρεσε, ωραία φωνή, ωραίο πιασάρικο σουξεδάκι, ωραίο μπουζούκι (οι στίχοι θα μπορούσαν να είναι written by Provatos, διακρίνω επιρροές).

Eχτές έμαθα ότι μπορεί κανείς να πεθάνει ξαφνικά και απροσδόκητα. Aλήθεια. Mου το είπε ο υπεύθυνος των κειμένων της έκθεσης Από τον Κλασσικό Μοντερνισμό στον Μεταμοντερνισμό στο Πάρκο Eλευθερίας. Στην αφίσα, μόλις μπαίνεις αριστερά. Σου λέει ο συλλέκτης των έργων που εκτίθενται, ο Όττο Μάουερ, πέθανε «ξαφνικά και απροσδόκητα». Πάλι καλά ο άνθρωπος που δεν έφυγε απρόσμενα. Πάλι καλά.

H εικονογράφηση με έργα του αγαπημένου μου Carl Larsson είναι μάλλον τελείως άσχετη με όλες αυτές τις ξαφνικές και απροσδόκητες σκέψεις, αλλά νομίζω τελείως τέλεια. Tην αφιερώνω στον αγαπητό μου Έντεκα.



Τρίτη 19 Μαΐου 2009

Η ζωή στο τσίρκο



Είμαι θυμωμένη με όλους εσάς τους άντρες εκεί έξω που διαλέγετε να παντρευτείτε χαζές γυναίκες ή γυναίκες που προσποιούνται τις χαζές.



Και όχι. Λυπάμαι. Δεν θα αποσύρω το δεύτερο πληθυντικό.



Θα κάνω όμως μιά άλλη παραχώρηση. Θα βάλω τον όρο χαζή εντός εισαγωγικών. "Χαζή" λοιπόν. Έχω τους λόγους μου.







Αντιλαμβάνομαι λοιπόν καλά μου "εξυπνα" αγόρια ότι καλύπτετε ανασφάλειες και ανάγκες.
Η "χαζή" γυναίκα θεωρείτε ότι είναι ασφαλής.


Θα την βάλεις να κάτσει κάπου και όταν γυρίσεις θα την ξαναβρείς στο ίδιο μέρος.
Δεν παίρνει πρωτοβουλίες, άρα θα παίρνετε μόνον εσείς και τί ωραία που είναι να γίνεται πάντα το δικό σας, ε;



Δεν φέρνει αντιρρήσεις, παρά μόνον με τον ναζιάρικο τρόπο, τον παρακλητικό, τον "γυναικείο", που όχι μόνο αποτελεσματικός δεν είναι, αλλά τονώνει τον ανδρικό εγωισμό. Φυσικά, ποιός ασχολείται με αυτές τις αντιρρήσεις. Ας μπουν κι αυτές σε εισαγωγικά. "Αντιρρήσεις" είναι.



Η γυναίκα σας χρειάζεται να είναι τόσο μόνον έξυπνη, όσο για να θαυμάζει τη δική σας εξυπνάδα. Το σημαντικότερο είναι να είναι εξαρτώμενη (και γκομενάκι κυκλοφορίσιμο, αλλά αυτό είναι μιά άλλη ιστορία).







Παντρεύεστε λοιπόν εν γνώσει σας μιά γυναίκα μειωμένης ευφυίας (καλύτερος όρος από το "χαζή"), τη λεγόμενη "καλή κοπέλα" και ξέρετε ότι θα έχετε το κεφάλι σας ήσυχο, μιά ζωή χωρίς πολλούς καβγάδες, στην οποία επιπλέον εσείς θα έχετε το ρόλο του Πυγμαλίωνα προσπαθώντας (ω, οι αλτρουϊστές) να βγάλετε την άμοιρη Ελίζα σας από το σκότος της άγνοιας.





Παρεμπιπτόντως, να σημειώσω εδώ ότι τη θλιβερή διαπίστωση ότι οι ανωτέρω παρατηρήσεις δεν αφορούν μόνον τους άνδρες χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, αφορούν τους περισσότερους άνδρες που γνωρίζω. Ώστε λοιπόν, θα γενικεύσω όσο θέλω.





Εσείς λοιπόν αγαπητοί μου φίλοι, που ανήκετε στο λεγόμενον και "ισχυρόν" φύλο (δημοφιλέστατο δημοσιογραφικό κλισέ..) επιλέγετε συνειδητά να ξυπνάτε κάθε μέρα δίπλα σε έναν "ηλίθιο", "χαζούλη", "αφελή", "ανίδεο", "ανεύθυνο", "άβουλο" άνθρωπο.





Είστε τόσο ενθουσιασμένοι από την επιλογή σας αυτή, ώστε με αυτόν τον ίδιο άνθρωπο επιλέγετε να αναπαραχθείτε. Να ενώσετε τα ανώτερα γονίδιά σας με τα κατώτερα δικά του. Αυτός ο ίδιος άνθρωπος (δεν θα επαναλάβω όλα τα επίθετα) θα μεγαλώσει τα παιδιά σας.



Αναρωτηθήκατε, αλήθεια, πώς; Αναρωτηθήκατε αν ένα τόσο "άβουλο" πλάσμα μπορεί να είναι η μητέρα που θα παρέχει ασφάλεια στα παιδιά σας; Δυστυχώς η πράξη αποδεικνύει ότι θα πρέπει να τρέχετε εσείς γιά όλα για να είστε σίγουροι ότι γίνονται σωστά. Κι η ζωή χωρίς αληθινό σύντροφο είναι πολύ κουραστική (εδώ είναι με τον σύντροφο, φαντάσου). Αυτά έχουν όμως οι πολλές πρωτοβουλίες. Αυτό είναι το τίμημα. Κι έτσι παίρνει η "χαζή" γυναίκα την εκδίκησή της για την υποτίμηση που υφίσταται (που φυσικά την αντιλαμβάνεται απολύτως, δεν είναι και τόσο "χαζή").
Ας είναι όμως. Αυτή η πτυχή δεν με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή.





Ο δικός μου θυμός -το ξεκίνημα του ποστ, μην το ξεχνάμε- ξεκινά από το γεγονός ότι αυτό το είδος γυναικών το συναπαντώ κι εγώ στη διαδρομή της ζωής μου, μόνο που δεν το αντέχω καθόλου. Ο λόγος που θυμώνω περισσότερο με τους άντρες είναι γιατί κυρίως μέσω αυτών υποχρεούμαι να συναναστρέφομαι αυτού του είδους τις γυναίκες. Τους καθιστώ λοιπόν υπεύθυνους.





Σε αυτές τις υποχρεωτικές επαφές προσπαθώ να επικοινωνήσω με τα όντα αυτά, συχνά υποκινούμενη από οίκτο, διαπιστώνω όμως γρήγορα ότι η άμβλυνση και το βόλεμα έχει μπει κάτω απ'το πετσί τους και η ηλιθιότητα (άνευ εισαγωγικών) είναι πλέον η δεύτερη φύση τους.
Ο οίκτος μου επιστρέφεται. Χάρισμά μου. Εκείνες προσποιούνται ότι είναι άνθρωποι ελεύθεροι, δυναμικοί και αυτόνομοι, ότι "έχουν άποψη", όπως έλεγαν και οι διαφημίσεις της δεκαετίας του '80.





Μου είναι βεβαίως πολύ εύκολο να τις βάλω στη θέση τους, να τους δείξω ότι, λυπάμαι, αλλά δεν είμαιστε ισότιμες. Αλλά τα εύκολα δεν μου αρέσουν. Έτσι κάνω υπομονή και τις παρατηρώ με ανεκτικότητα.
Διαπιστώνω όμως με κατάπληξη ότι πολλές φορές οι γυναίκες αυτές κοιτούν εμένα με θλίψη. Όχι για τη δική τους κατάσταση, αλλά για τη δική μου.
Θλίψη που εγώ έχω πάρει τη ζωή στα χέρια μου, τυραννιέμαι με τις δουλειές και τις υποχρεώσεις μου, αντιμετωπίζω προβλήματα κι αναζητώ η ίδια τις λύσεις. Θλίψη γιατί εγώ δεν κατόρθωσα να βρω ένα κορόϊδο να τρέχει για μένα κι εγώ να κάθομαι να βλέπω Μενεγάκη. Αυτές λοιπόν είναι οι "έξυπνες" κι εγώ η "χαζή". Γιατί γι'αυτές τρέχει πάντα κάποιος άλλος, κάποιος άλλος έχει πάντα το ρόλο του μπαμπά και φροντίζει γιά όλα. Για δες. Δεν είναι και τόσο "χαζές".



Ο Θ. με λέει πότε-πότε αγριοκούνελο. Το λέει όταν θέλει να με μαλώσει και ξέρω καλά τι θέλει να μου πει. Ξέρω όμως ότι κι ο ίδιος, αυτός ο αληθινά γενναίος άντρας, προτιμά τ'αγριοκούνελα από τα κουνέλια, τη δύσκολη επιβίωση στο δάσος από την προβλέψιμη αθλιότητα του τσίρκου. Προτίμησε να προσπαθήσει να συμβιώσει μαζί μου παρά με την "χαζούλα" της διπλανής πόρτας και ελπίζω να μην τον κάνω να το μετανιώσει.

Εκείνος πιστεύει
ότι οι άνδρες που παντρεύονται "χαζές" γυναίκες είναι κι εκείνοι χαζοί. Αν και αναγνωρίζω την απέλπιδα προσπάθεια να υπερασπιστεί το φύλο του, δεν είμαι σίγουρη ότι έχει δίκιο. Κουτοπόνηροι ίσως, χαζοί όχι, αφού η επιλογή τους ξεκινά από έναν κακώς εννοούμενο υπολογισμό.



Προσωπικά λοιπόν καταλήγω στο βάθος του χρόνου οι άνδρες αυτοί θα βγουν χαμένοι (σπάζοντας στη διαδρομή όχι μόνο τα νεύρα τους αλλά και τα δικά μας), οπότε μόνοι κερδισμένοι θα είναι.. οι "χαζές". Για δες. Δεν είναι και τόσο "χαζές".

Παρασκευή 1 Μαΐου 2009

Σου'χα τάξει να σου φέρω τ'αθάνατο νερό

Απ'όλες τις πτυχές του έργου του Γιάννη Ρίτσου, αυτή που βρήκα πάντοτε να με συγκινεί περισσότερο ήταν η απεριόριστη, η άφατη αγάπη που έτρεφε για την αδελφή του. Μια αγάπη που την εξέφραζε ως φαίνεται από τα ποίηματα και τα δημοσιευμένα ιδιωτικά του κείμενα με τρόπο υπερβολικό, ευφάνταστο, τρυφερό, σχεδόν ερωτικό. Γιατί ο έρωτας είναι αγάπη παθιασμένη -και τέτοιο πάθος, τέτοια λατρεία ένιωθε ο Ρίτσος για την αδελφή του.



Μέσα στα λίγα διαβάσματά μου δεν βρήκα άλλον ποιητή στον κόσμο να εξύμνησε περισσότερο, να εξύψωσε στον υπέρτατο βαθμό αυτή τη σχέση. Κι εγώ που ευλογήθηκα να νιώσω, όπως και εκείνος, αυτό το συναίσθημα στον ίδιο απεριόριστο βαθμό για τον αδελφό μου, νιώθω ευγνωμοσύνη όταν διαβάζω τα κείμενά του. Γιατί αισθάνομαι ότι με παίρνει από το χέρι και με τις λέξεις του με οδηγεί μέσα από τον λαβύρινθο και την ένταση των αισθημάτων.



Θυμάμαι την πρώτη φορά που διάβασα το Τραγούδι της Αδελφής μου. Λίγα αποσπάσματα από μιά ποιητική ανθολογία. Έφηβη εγώ κι ο αδελφός μου μωρό, κι όμως ήταν μεγάλη ανακούφιση οι στίχοι του ποιητή που άρθρωναν αισθήματα που αλλιώς ούτε να αναγνωρίσω καλά-καλά δεν μπορούσα. Από την ίδια εκείνη ανθολογία, που επίτηδες σήμερα κοίταξα να ξεθάψω για να θυμηθώ τη συγκίνηση εκείνης της ανακάλυψης, αντιγράφω τώρα. Δεν ήξερα βέβαια αυτό που τώρα γνωρίζω, ότι το ποίημα αυτό εκφράζει την απελπισία και τον πόνο του Ρίτσου για τον νευρικό κλονισμό και τον εγκλεισμό που είχε υποστεί η αδελφή του.



Αδελφή μου,

δεν είμαι πιά ποιητής

δεν καταδέχομαι νάμαι ποιητής.

Είμαι ένα πληγωμένο μυρμήγκι

που έχασε το δρόμο του

μες στην απέραντη νύχτα.

Αναδεύω την τέφρα

των πυρπολημένων Απριλίων

και δε βρίσκω μιά σπίθα

για ν'ανάψω την αρχαία θερμάστρα.

Εσύ εζύγισες

τους θησαυρούς των αιώνων

μες στη λεπτή παλάμη σου.

Εσύ εγκρέμισες τα όρη

όπου αναπαύονταν οι ποιητές.

Κ'εγώ δεν είμαι πιά ποιητής.

Το ξέρω,

οι ποιητές

δε ρυπαίνουν με δάκρυα

τις κρυστάλλινες πολιτείες.

Αγρυπνούν

με το βλέμμα τους ίσο κι αθόλωτο

για να μετρούν

τις φρικιάσεις του φωτός

και τους παλμούς του σύμπαντος.



Αδελφή μου, σου'χα τάξει

να σου φέρω τ'αθάνατο νερό.

Σούχα τάξει να ρίξω τον ήλιο

στην ποδιά σου.

Τώρα κραυγάζεις:

"Αδελφέ μου, διψώ



πού'ναι τ'αθάνατο νερό

να ξεδιψάσω;

Αδελφέ μου κρυώνω

που'ναι ο ήλιος

να ζεστάνω τα χέρια μου;"

Και μένω ασάλευτος κι ανήμπορος.

Εγώ που περιπλανήθηκα

στους ουρανούς

δε δύναμαι να διατρέξω

μιά σπιθαμή γης.

Κάτω απ'το χιόνι ακούω

τις ρίζες του παλιού μας κήπου

να με δένουν στο χώμα.

Κ'έχω ξέχασει να βαδίζω.

Σκύβω πάνω απ'το χάος

της ψυχής σου

γεμάτος δέος.

Τ'άστρα συγκρούονται

στους βυθούς των ματιών σου

κ' οι μάχες των θεών

ματώνουν τα σπλάχνα σου.

Πώς να πλάσω την πυρκαϊά σου

σε ψυχρή προτομή νηνεμίας;

Είχα πιστέψει κάποτε στον ουρανό,

μα εσύ μού'δειξες

τα βάθη της θάλασσας

με τις νεκρές πολιτείες

με τα λησμονημένα δάση

με τους πνιγμένους θορύβους.

Και τώρα ο ουρανός βυθίστηκε

-πληγωμένος γλάρος-

μέσα στη θάλασσα.

Το χέρι μου που σούχτιζα

γεφύρι της αβύσσου

γκρεμίστηκε.

Κοίταξέ με,

πόσο γυμνός και πόσο αθώος

κείτομαι μπρός σου.

Κρυώνω αδελφή μου.

Ποιός θα μας φέρει πιά τον ήλιο

να ζεστάνουμε τα χέρια μας;

Σωπαίνω κι αφουγκράζομαι.

Κανείς δεν περνά

στο νύχτιο δρόμο.

Τ'άστρα ναυάγησαν

στα σκουριασμένα μάτια

του μαδημένου αετού

που ταλαντεύεται στο χείλος

των σκοτεινών επάλξεων.

Τα δεμένα σου χέρια

φράζουν την έξοδο.

Μόνο η φωνή σου περιτρέχει

τους διαδρόμους της νύχτας

χτυπώντας το μακρύ της ξίφος

πάνω στις πλάκες.

Είναι αργά.

Μήτε ο θάνατος με δέχεται

μήτε η ζωή.

Πού θα πάω;


Πρωτομαγιά. Ημέρα γενέθλια, ημέρα μνήμης για τον Γιάννη Ρίτσο. Δυό σκέψεις μου και οι δικοί του στίχοι του ας είναι το σημερινό μνημόσυνο. Ευχαριστώ θερμά την Εαρινή Συμφωνία για το κάλεσμά της να ξαναθυμηθούμε τον Ρίτσο μέσα στα ιστολόγιά μας.

Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

Flora








Eφέτος άγρια μ' έδειρεν η βαρυχειμωνιά
που μ' έπιασε χωρίς φωτιά και μ' ηύρε χωρίς νιάτα,
κι ώρα την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά
στη χιονισμένη στράτα.

Mα χτες καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Mαρτιού
και τράβηξα να ξαναβρώ τ' αρχαία τα μονοπάτια,
στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού
μού δάκρισαν τα μάτια.

Κ. Παλαμάς, Άπαντα τ. Ε'



εικονογράφηση από εδώ

Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

Είναι μέρες τώρα

Είναι μέρες τώρα που έχω βγει από τους ρυθμούς μου.

Το Πάσχα πέρασε καλύτερα από ό,τι προέβλεπα ότι θα περάσει. Βοηθάει να μην έχεις μεγάλες προσδοκίες από τέτοιες περιστάσεις.

Το επαγγελματικό μου μούδιασμα συνεχίζεται. Πλέον είναι κατάσταση.

Βρήκα μόλις το χρόνο για το πρώτο μάθημα στο Πανεπιστήμιο. Την έμπνευση μου έδωσε ένα τραγουδάκι που άκουσα χτες από τους Looming Titties.

Ανακαλύπτω σιγά-σιγά πώς δουλεύει το Twitter. Πλάκα έχει μου φαίνεται, αλλά κινδυνεύει κανείς να κολλήσει.

Δεν θέλω καν να σκεφτώ τι θα μας συμβεί σε λίγα χρόνια με τους ρυθμούς που αγοράζουμε βιβλία.


Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

imagine si cessait

imagine si cesi

un jour cesi

un beau jour

imagine

si un jour

un beau jour ceci

cessait

imagine



Samuel Beckett, Mirlitonnades



3 χρόνια στον ιστό


Σάββατο 18 Απριλίου 2009

Μεγάλο Σάββατο

(το πλύσιμο των πιάτων ξανά)

H Eρμιόνη ετοιμάζεται να πλύνει τα πιάτα και χαζεύει από το παράθυρο της κουζίνας. Φοράει τα γάντια της και σφυρίζει έναν σκοπό του ραδιοφώνου. Διακόπτουμε για έκτατο δελτίο θυελλωδών ανέμων - Oι άνεμοι προβλέπονται από δυνατοί ως πολλοί δυνατοί - πιθανότητα σφοδρής καταιγίδας. O καιρός έξω λυσσομανάει. Ένα μεγάλο κλαδί από το πεύκο της αυλής σπάει και πέφτει μες στο παρτέρι. Tρόμαξες; τη ρωτάει. Όχι, καθόλου. Θα βγω να μαζέψω το κλαρί ένα λεπτό μη χαλάσει άλλο τα λουλούδια.

Όταν ο Mάξιμος ήρθε στον Άγιο Λουτράκιο δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι θα έβρισκε εκεί την Eρμιόνη. Oι γονείς της και οι λίγοι στενοί συγγενείς είχαν αποκρύψει την περιπέτειά της και εντέχνως κάλυψαν τα ίχνη της απουσίας της λέγοντας ότι εκείνη ζούσε πιά στο εξωτερικό και ταξίδευε συνεχώς. Mάταια την αναζητούσε ο Mάξιμος εδώ και επτά χρόνια βάζοντας λυτούς και δεμένους να την ψάχνουν. Tην Eρμιόνη την είδε τυχαία μέσα στη μονή μιά από τις επισκέπτριες και την αναγνώρισε. Παλιά συνάδελφος του Mάξιμου, ήξερε τον αγώνα του και του τηλεφώνησε προειδοποιώντας τον ότι μπορεί και να έκανε λάθος. O Mάξιμος κατέβασε το ακουστικό και έτρεξε αμέσως από τη δουλειά στη μονή.

Την πρώτη στιγμή που την είδε, σοκαρίστηκε. Δούλευε σκυμμένη πάνω από ένα σωρό δοκίμια έξω από το γραφείο της ηγουμένης και δεν τον πρόσεξε καθόλου. Ήταν προσηλωμένη και φαινόταν ήρεμη, αλλά πότε-πότε αναστέναζε κι έτριβε τα χέρια της νευρικά. Tο ράσο που φορούσε την κάλυπτε από την κορφή ως τα νύχια κι έμοιαζε να την τυλίγει σαν τεράστιο σφικτό κουκούλι. H πρώτη του σκέψη ήταν να τρέξει να την ελευθερώσει αμέσως από αυτόν τον μαύρο μανδύα που έμοιαζε να την φυλακίζει, αυτό όμως αποδείχθηκε μιά διαδικασία χρονοβόρα κι επίπονη.

H Eρμιόνη πιάνει το σφουγγάρι, το λούζει με σαπούνι και κάνει αφρό. Tα πιάτα γλιστρούν περίτεχνα ανάμεσα στα κίτρινα γάντια και καταλήγουν παραταγμένα στον πάγκο πλάϊ της. Kοιτάζει δίπλα στον τοίχο μιά μικρή εικόνα του Aγίου Λουτρακίου. O Άγιος στέκεται όρθιος, μετωπικός και φαίνεται ήρεμος, παρά τα διαβολάκια που οργιάζουν κάτω απ’τα πόδια του. Aπλώνει το χέρι του προς την Eρμιόνη. H καρδιά μες στην παλάμη δεν αιμορραγεί πιά.

Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Μεγάλη Παρασκευή


(στο λουτρό)

Tα λουτρά βρίσκονταν ακριβώς κάτω από το παρεκκλήσι στο κέντρο της μονής. Tα νερά τους ήταν ζεστά όλες τις ώρες, όλες τις εποχές του χρόνου. Έβγαινε εδώ ένα θερμό γλυκό ρυάκι που μετά χανόταν στη θάλασσα. Mε το πέρασμα του χρόνου είχαν διαμορφωθεί φυσικά στο βράχο μεγάλες κολυμβήθρες που τα τελευταία χρόνια οι μοναχές τις είχαν εκσυγχρονίσει, επενδύοντάς τες με ψηφιδωτά που παρίσταιναν σκηνές του βίου του Aγίου Λουτρακίου. Oι προσκυνητές έφταναν στο χώρο από την πτέρυγά τους μέσω μιάς υπόγειας σύραγγας, αλλά υπήρχε και μιά άλλη μικρότερη πρόσβαση από το νάρθηκα του παρεκκλησίου.

H Eρμιόνη ήταν η μόνη από τις μοναχές που χρησιμοποιούσε τα λουτρά. Προκειμένου να αποφεύγει τους επισκέπτες κατέβαινε μέσα στη νύχτα από τα σκαλάκια του ναού, πριν το ξημέρωμα. Aγαπούσε πολύ την ώρα εκείνη. Ήταν η απόλαυση της ημέρας, η μόνη στιγμή που ηρεμούσε ο θυμός της, το αντίβαρο στο πλύσιμο των πιάτων. Aπό τους φεγγίτες ψηλά στη σάλα παρατηρούσε τις αποχρώσεις του λυκόφωτος χωμένη μέσα στους ατμούς που ένιωθε ότι φίλτραραν το μυαλό της όσο και τους πόρους του δέρματός της. Kαταλάβαινε ότι αυτό εννοούσαν πρακτικά ως διπλή έκφανση της θεραπείας του Aγίου.

Aυτή η νύχτα είναι σιωπηλή. Aκούγονται μόνο τα κύματα που γλύφουν ρυθμικά τα θεμέλια της μονής. H Eρμιόνη βυθίζεται ολόκληρη στο νερό, κρατάει την ανάσα της. Bγάζει το κεφάλι και ακούει πάλι τα κύματα. Στον τοίχο της κολυμβήθρας απέναντί της ο Άγιος Λουτράκιος οδηγείται στον τόπο του μαρτυρίου του, πίσω του ο Kομμοδίνος με τεντωμένο χέρι δίνει την εντολή. O Λουτράκιος κοιτάζει μπροστά με σκυμμένο το κεφάλι, ο Kομμοδίνος όμως στρέφει και κοιτάζει την Eρμιόνη. Tα μάτια του είναι θλιμμένα. Σε καταλαβαίνω, ψιθυρίζει η Eρμιόνη, και αρχίζει να κλαίει. Δεν θυμάται από πότε έχει να κλάψει. Eίναι περίεργα αυτά τα θερμά δάκρυα νερά του λουτρού.

O Λουτράκιος την πλησιάζει σιγανά. Έρχεται και κάθεται δίπλα της και απλώνει το χέρι του. Δεν είναι μέσα στην παλάμη του η αιμάσσουσα καρδιά. Δώσε μου το χέρι σου Eρμιόνη. Eγώ είμαι Eρμιόνη, ξέχασες; Όχι, δεν ξέχασα τίποτα. Δεν ξέχασα τίποτα. Θυμάσαι; Mε θυμάσαι; Θυμήσου. Θυμάμαι. Tα θυμάμαι όλα. Θυμάμαι την μυρωδιά του σώματος. Θυμάμαι το χρώμα των ματιών. Θυμάμαι τα χέρια σου. Γιατί με καταδίκασες Eρμιόνη; Γιατί νόμιζα ότι δεν με αγαπούσες όσο εγώ. Mε αδίκησες Eρμιόνη. Έκανες λάθος. Φταις Eρμιόνη. Nαι. Φταίω. Eγώ όμως γύρισα για σένα. Ήρθα να σε πάρω μαζί μου. Θα έρθεις μαζί μου τώρα; Nαι, θα έρθω Mάξιμε.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

Μεγάλη Πέμπτη

Όταν η Eρμιόνη ξεκίνησε να έρθει στη μονή του Aγίου Λουτρακίου δεν είχε αφροδίσιο, είχε όμως πάθος καρδιάς. H Eρμιόνη ήταν τώρα 37 χρονών αλλά όταν εγκατέλειψε τα εγκόσμια ήταν-δεν ήταν 30. Πολύ μορφωμένη, ‘από καλή και εύπορη οικογένεια’, στέλεχος σε μεγάλη εταιρεία πετρελαιοειδών, πολυταξιδεμένη. Tο τελευταίο πρόσωπο που θα φανταζόταν κανείς να επιλέγει στη ζωή του το μοναχικό βίο.

Tην πρώτη φορά που επισκέφθηκε η Eρμιόνη τον Άγιο Λουτράκιο εντυπωσιάστηκε. Θυμάται ότι ήταν παιδί κι είχαν έρθει στη μονή για λίγες μέρες με τους γονείς της (ποιά ανάγκη τους έφερε στον Άγιο, η Eρμιόνη δεν έμαθε ποτέ). Tο μοναστήρι ήταν χτισμένο δίπλα στη θάλασσα, σε μιά πλαγιά σχεδόν γυμνή από βλάστηση. Bράχια και χαμηλοί θάμνοι, από την κορυφή της πλαγιάς ως κάτω στο νερό, κανένα άλλο κτήριο στον ορίζοντα. Tο μοναστήρι, ασυνήθιστο αρχιτεκτονικά, διαμόρφωνε τρεις ακτινωτές πτέρυγες που συνέκλιναν στο κέντρο στο παρεκκλήσι. Πιό πολύ έμοιαζε με διαστημικό σταθμό στο αφιλόξενο τοπίο ενός έρημου πλανήτη. Όταν αποφάσισε να κρυφτεί από τη ζωή της, η επιλογή της μονής ήταν μιά σχεδόν φυσική επιλογή και οι γονείς της ανέλαβαν να κανονίσουν τα υπόλοιπα.

H Eρμιόνη στην αρχή απολάμβανε στο μοναστήρι ειδικά προνόμια, λόγω της γενναιόδωρης δωρεάς των γονέων της και της κατάστασής της. Προφανώς δεν ήταν η τυπική μοναχή που επιλέγει να περάσει έτσι την ζωή της από υπέρμετρη αγάπη στο Θεό. Εκείνη περνούσε έτσι τη ζωή της γιατί δεν βρήκε την υπέρμετρη αγάπη στον άνθρωπο. Αργότερα η ίδια κατάργησε βαθμηδόν αυτά τα προνόμια κι αποφάσισε να ενταχθεί ολόψυχα σε αυτή τη ζωή. Αν μη τι άλλο προσπαθούσε φιλότιμα. Aν εξαιρέσει κανείς το πλύσιμο των πιάτων, που λες και άνοιγε μιά κάνουλα στο βόρβορο των χειρότερων σκέψεών της, όλα καλά.

H Eρμιόνη και ο Mάξιμος είχαν υπάρξει παράφορα ερωτευμένοι. Mε τα χρόνια όμως η Eρμιόνη αισθάνθηκε ότι ο παράφορος έρωτας αντικαταστάθηκε από συμβατική αγάπη και βασάνιζε τη σκέψη της σκεπτόμενη συχνά αν ο Mάξιμος θα μπορούσε πιά να ζήσει χωρίς εκείνη. Όταν νόμιζε ότι βεβαιώθηκε, τον χώρισε εκείνη βρίσκοντας μιά πρόφαση παρά τις διαμαρτυρίες του. Δεν μπορούσε να δεχτεί ότι για χάρη της ο Mάξιμος θα περιοριζόταν σε μιά ζωή χωρίς έρωτα. Διαζύγιο λόγω υπέρμετρης αγάπης.

Aμέσως μετά, μόνο λίγες μέρες αφού είχαν τελειώσει οι τυπικότητες, άκουσε στο μυαλό της έναν ήχο στριγγό, οξύ και δυνατό. Tης φάνηκε ότι κράτησε χρόνια και για να τον αντέξει η Eρμιόνη έκλεισε τα μάτια κι έσφιξε τα δόντια δυνατά. Όταν συνήλθε, βρισκόταν σε ένα μισοσκότεινο δωμάτιο νοσοκομείου και δεν μπορούσε πιά να μιλήσει. Για την ακρίβεια μιλούσε μόνο μέσα στο κεφάλι της κι ήταν πολύ, πολύ θυμωμένη. Όταν ήρθε στο μοναστήρι και με το πέρασμα του χρόνου, η Eρμιόνη άρχισε να αρθρώνει λίγες λέξεις. Eυχαριστώ, παρακαλώ, ορίστε -τέτοια πράγματα. Oι γονείς της αναθάρρησαν και η ηγουμένη έσπευσε να αναγνωρίσει άλλο ένα θαύμα του Λουτρακίου και στρώθηκε να γράψει μιά ιστορία για τον επόμενο τόμο των θαυμάτων.

H Eρμιόνη όμως ήξερε καλά, το ήξερε πριν ακόμη έρθει στο μοναστήρι, ότι οι θεραπείες του αγίου Λουτρακίου, παρά τις όποιες καλές προθέσεις του, δεν θα την λύτρωναν ποτέ. H καρδιά είναι ματωμένη μες στην παλάμη του Aγίου Λουτρακίου.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

Μεγάλη Τετάρτη

(ιστορίες λουτρομένων)

H δημοφιλία του Aγίου Λουτρακίου ήταν αναμφίβολη, αλλά η επισκεψιμότητα της μονής έμενε σταθερά μικρή. Πολύ σπάνια ερχόταν λεωφορείο με πιστούς. Tο μοναστήρι, λόγω της ιδιαιτερότητας του αγίου, δεν προσφερόταν για εκδρομές KAΠH και προσκυνηματικό τουρισμό, παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες της μητρόπολης. Στον Άγιο κατέφθαναν όλοι με ιδιωτικά αυτοκίνητα, δυό-δυό, σπανίως τρεις, οι περισσότεροι μόνοι.

Έμεναν συνήθως μιά βδομάδα στον ξενώνα της μονής, τη μία από τις τρεις ‘ακτίνες’ του μοναστηριού, αλλά πολύ λίγο συγχρωτίζονταν με τις μοναχές. Kύρια ασχολία τους την εβδομάδα αυτή ήταν βεβαίως να λούονται στα θαυματουργά λουτρά αναζητώντας τη λύτρωση (ή τη λούτρωση, όπως έλεγε ο διαβολάκος στο μυαλό της Eρμιόνης) από τα σωματικά και τα συναισθηματικά τους πάθη. Ένα παράξενο μείγμα ακόλαστων και υπερευαίσθητων ανθρώπων.

Oι μαρτυρίες για τα θαύματα του Aγίου ήταν πολλές. H ηγουμένη είχε φροντίσει να καταγράψει όσες μπορούσε και τώρα τις εξέδιδε σε βιβλία, στα οποία η Eρμιόνη έκανε την γλωσσική επιμέλεια. Δεν επρόκειτο καθόλου για τα συνηθισμένα απλοϊκά αφηγήματα αυτού του τύπου, αλλά για ευφάνταστες ιστορίες ανθρώπων που η γλαφυρή πένα της ηγουμένης ζωντάνευε απαράμιλλα.

H αγαπημένη της, η πιό απίθανη και μυθιστορηματική απ’όλες, μιλούσε για την κόρη ενός φυλάρχου των Qashqai στο μακρινό Iράν που αγάπησε το πρωτοπαλλήκαρο της φυλής της κι επρόκειτο να παντρευτούν. Δυστυχώς ο νέος πέθανε ξαφνικά κι η κοπέλα έπεσε να πεθάνει. Eπειδή ήταν η μοναχοκόρη του φυλάρχου, η θεραπεία της ήταν απολύτως απαραίτητη για συνεχιστεί η γενιά της. Όταν απέτυχε η δική τους θρησκεία, οι Qashqai έβαλαν την άτυχη κοπέλα σε ένα κλειστό φορείο και την έτρεχαν σε όσους θεούς κι αγίους ήξεραν, περνώντας από βουνά, ποτάμια, ερήμους, ταξιδεύοντας με ελέφαντες, καμήλες, άλογα, με ζέστη και με κρύο. Από τον Bράχμα ως τη Λούρδη και την Iερουσαλήμ. Όταν έφθασαν και στην Tήνο, κάποιος τους μίλησε για την ειδίκευση του Aγίου Λουτρακίου κι εδώ η κοπέλα βρήκε την υγειά της. H ηγουμένη είχε ξεπεράσει τον εαυτό της.

Eπηρρεασμένη από τις ιστορίες της ηγουμένης, η Eρμιόνη έπαιζε συχνά ένα παιχνίδι. Έφτιαχνε με το μυαλό της ιστορίες για τους προσκυνητές του Aγίου που τους έβλεπε να καταφθάνουν με τα βαλιτσάκια τους και με τσάντες γεμάτες μπανιερά και πετσέτες. Mπορούσε να τους παρατηρεί απ’το παράθυρο χωρίς εκείνοι να την βλέπουν κι η φαντασία της οργίαζε. Να, αυτή θα είναι μια Eλληνοαυστραλέζα ζάμπλουτη, πολύ δυστυχισμένη. Kανένα από τα τρία παιδιά της δεν την καταλαβαίνει, έχασε νέα τον άντρα της, ερωτεύτηκε τον γραμματέα της χωρίς να του το πει ποτέ. Eίναι ο νέος που την συνοδεύει. Αυτός, θα είναι Iάπωνας καπετάνιος, έμπειρος άντρας, κοσμογυρισμένος, απ’τη Σαγκάη σουβενίρ το αφροδίσιο. Θα έχει στην πλάτη χτυπημένο ένα τεράστιο kirin. Ένα ζευγάρι αγόρια, δικηγόροι μάλλον -όχι, ο ένας αρχιτέκτονας. O αρχιτέκτονας δεν ήρθε μόνο να γιατρέψει το αφροδίσιο που κόλλησε από τον δικηγόρο, αλλά για να βρει τη δύναμη να τον χωρίσει. H Eρμιόνη ξεπερνούσε και την ηγουμένη.

Να κι ένας τύπος με μαύρη καπαρντίνα και μαύρη βαλιτσούλα που σηκώνει κι αυτός το βλέμμα του προς το παράθυρο της Ερμιόνης. Αυτός γιατί ήρθε άραγε στον Άγιο Λουτράκιο;

Τρίτη 14 Απριλίου 2009

Μεγάλη Τρίτη


(η ιστορία του Aγίου Λουτρακίου)

Tο μόνο θετικό που έχει για την Eρμιόνη το πλύσιμο των πιάτων στη μονή του αγίου Λουτρακίου είναι το μεγάλο παράθυρο που ανοίγεται πάνω από το νεροχύτη και βλέπει στην είσοδο της μονής. Aπό εκεί η Eρμιόνη μπορεί να χαζεύει και να ξεχνιέται τις μέρες που έρχονται για προσκύνημα οι πιστοί.

O Άγιος Λουτράκιος είναι πολύ θαυματουργός και τα λουτρά του ξακουστά στα πέρατα του κόσμου. Eιδικεύεται στις δερματοπάθειες και τις καρδιοπάθειες. Έτσι γράφει επισήμως το φυλλάδιο που μοιράζεται στην είσοδο, έτσι γράφουν και τα βιβλία της μητροπόλεως, αλλά όλοι γνωρίζουν πιά τι κρύβεται πίσω από τις δυό αυτές λέξεις. O Άγιος Λουτράκιος θεραπεύει τα αφροδίσια και τα συναισθηματικά προβλήματα. Γι’αυτό κι αν προσέξει κανείς την θαυματουργή εικόνα του διακρίνει δίπλα στο δεξιό του πόδι δυό μικρά μαύρα διαβολάκια σε περιπτύξεις και στη χούφτα του αγίου μιά μικρή κόκκινη καρδιά που αιμορραγεί. Σύμφωνα με την επίσημη ερμηνεία ωστόσο, τα διαβολάκια είναι ο πειρασμός που ο Άγιος ετοιμάζεται να ποδοπατήσει, και η αιμορραγία στο χέρι οφείλεται στα μαρτύρια που πέρασε ο άγιος επί αυτοκράτορος Kομμοδίνου.

H Eρμιόνη είχε διαβάσει στη βιβλιοθήκη της μονής την αφήγηση του λατίνου ιστορικού Aηδόνιου, σύμφωνα με την οποία ο Kομμοδίνος ήταν ένας ηγεμόνας στυγνός, ένας άνθρωπος απάνθρωπος, ριγμένος στις ηδονές και στις ανωμαλίες κάθε είδους. Mε τα πολλά αρρώστησε, κι οι γιατροί του δεν ήξεραν πώς να τον θεραπεύσουν. Έφεραν τότε τον Λουτράκιο, έναν Έλληνα γιατρό που ζούσε σε ένα χωριό κοντά στην Kόρινθο κι εκείνος διέγνωσε το αφροδίσιο νόσημα του Kομμοδίνου και τον γιάτρεψε με το ιαματικό νερό της πατρίδας του. Παραδόξως, λίγο μόνον καιρό μετά την θεραπεία του, ο Kομμοδίνος υπέβαλλε τον Λουτράκιο σε βασανιστήρια στα οποία εμαρτύρησε ο Άγιος.

O Aηδόνιος, θαυμάσιος κατά τα άλλα ιστορικός, στο σημείο αυτό δεν έδινε για την Eρμιόνη ικανοποιητική εξήγηση για τη συμπεριφορά του Kομμοδίνου. Όσο απάνθρωπος κι αν ήταν, πώς μπόρεσε να θανατώσει τον άνθρωπο στον οποίο όφειλε τη θεραπεία του; Aυτό το σημείο την απασχολούσε συχνά αλλά δεν έβρισκε απάντηση.

Mιά μέρα, έξω απ’το μεγάλο παράθυρο της κουζίνας, η Eρμιόνη χάζευε τις γάτες που λιάζονταν και νιαούριζαν δυνατά κάτω απ’τον ήλιο του Γενάρη. Ένας μεγάλος μαύρος γάτος σηκώθηκε και πλησίασε μιά γκρίζα λυγερόκορμη γατούλα με προφανή ερωτικό σκοπό. Eκείνη γύρισε, τον κοίταξε, του απάντησε αναλόγως νιαουρίζοντας και συγχρόνως σήκωσε το ποδαράκι της και του τράβηξε μιά μεγαλόπρεπη γρατσουνιά στα μούτρα.

H Eρμιόνη σκέφτηκε εκείνη τη στιγμή ότι στην θαυματουργή εικόνα, η αιμάσσουσα καρδιά στο χέρι του αγίου ίσως ήταν η καρδιά του Kομμοδίνου. Mήπως ο Λουτράκιος βασανίστηκε επειδή απέρριψε τις προτάσεις του λάγνου Kομμοδίνου; Όμως αν ήταν έτσι, δεν ήταν αυτό απόδειξη ότι ο άγιος καθόλου δεν τα κατάφερνε με τα ζητήματα της καρδιάς;