Διαβάζω για τις αμφιβόλου αισθητικής εκδηλώσεις που έγιναν με αφορμή την επέτειο της μάχης στον Μαραθώνα.
Κάθε φορά που ακούω μιά τέτοια είδηση αναλογίζομαι ότι οι εκδηλώσεις που επιχειρούν κάποιου είδους τεχνητή αναβίωση εικόνων ή στιγμών της αρχαιότητας είναι κατά κανόνα καταδικασμένες αισθητικά (μα υπάρχουν ευτυχώς κι εξαιρέσεις) και επιπλέον αναρωτιέμαι τι χρησιμότητα έχουν. Από την άλλη, φαίνεται ότι υπάρχουν εκεί έξω άνθρωποι που επιμένουν να παίρνουν αυτό το φάρμακο, αυτό το αναλγητικό αμφίβολης αποτελεσματικότητας και προσωρινής δράσης προκειμένου να απαλύνουν την ανίατη νόσο της σύνδεσης (ή μάλλον της αποσύνδεσης) με το ηρωικό και μυθικό παρελθόν.
Ως έναν βαθμό κατανοητό κι ανθρώπινο. Μάλιστα και διαχρονικό χαρακτηριστικό, αν αναλογιστείς ότι και οι ίδιοι οι αρχαίοι το έκαναν: συχνότατα επικαλούνταν το δικό τους μυθικό και ηρωικό παρελθόν στις σχέσεις τους με τους συγχρόνους τους.
Για παράδειγμα, οι Αργείοι, λίγο πριν την εισβολή της τεράστιας στρατιάς του Ξέρξη στην Ελλάδα το 480 π.Χ., διεκδικούν την ηγεσία του Ελληνικού στρατεύματος "δικαιωματικά", επικαλούμενοι το ένδοξο παρελθόν τους, ήτοι την ηγεσία του Αγαμέμνονα επί των άλλων Ελλήνων κατά τον Τρωικό πόλεμο (!) 6-7 αιώνες πριν...
καίτοι κατά γε τὸ δίκαιον γίνεσθαι τὴν ἡγεμονίην ἑωυτῶν (Ηροδότου Ιστορίαι, VII, 148.)
Επειδή όμως είναι λογικοί (!) άνθρωποι, δέχονται να μοιραστούν την ηγεμονία με τους Σπαρτιάτες...
2.500 χρόνια από τον Μαραθώνα. Κάτι θυμάσαι από το σχολείο. Το διαβάζεις εδώ κι εκεί και είμαι σίγουρη, ο πρώτος συνειρμός που κάνεις δεν είναι το κείμενο του Ηρόδοτου, είναι οι "300" του Leonidas (στις Θερμοπύλες 10 χρόνια αργότερα, αλλά κοντά είναι), που μέσα στην ακραία τους αισθητική κατάφεραν να μεταδώσουν την βασική πληροφορία με έναν τρόπο πολύ αποτελεσματικό.
Όταν ακούς αρχαίους συγγραφείς, Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Λουκιανό έστω, το μυαλό σου πάει πλέον (εξ ου και απωθεί πάραυτα και δικαίως) στους Γεωργιάδηδες αυτού του κόσμου που τους πήραν εργολαβία ή σκέφτεσαι τα σχολικά διαβάσματα όπου η αρχαία γραμματεία καταναλώνεται ομοίως με τον ενθουσιασμό της φαρμακοληψίας…
Φέτος το καλοκαίρι, κι ακόμη τώρα δηλαδή, διαβάζω προσεκτικά τον Ηρόδοτο. Είναι απίστευτα συναρπαστικός συγγραφέας, καθόλου βαρετός. Με αφορμή τα "Περσικά" γράφει ένα σωρό θαυμάσια και απίστευτα, περίεργα και θρυλικά της εποχής του, κι η ανάγνωσή του έργου του είναι ξεκούραστη. Με εντυπωσιάζει ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τον γνωστό του κόσμο, η αγάπη του για τις ασυνήθιστες ιστορίες κι ο ενθουσιασμός του για πράγματα που τον εντυπωσιάζουν, κι ακόμη η προσπάθειά του να κρατήσει ένα ψύχραιμο «δημοσιογραφικό» ύφος όταν για παράδειγμα περιγράφει τις πιό ειδεχθείς κανιβαλιστικές συνήθειες μιάς φυλής.
Όλο το έργο του είναι γραμμένο με έναν σκοπό. Να μας δείξει πόσο πολύ μεγάλη, πόσο ακατανίκητη ήταν η δύναμη των Περσών όταν αποφάσισαν να εισβάλουν και να κατακτήσουν την Ελλάδα. Πόσο πολύ απίστευτο επίτευγμα ήταν το γεγονός ότι οι Πέρσες δεν τα κατάφεραν τελικά. Μοιάζει να τα γράφει όλα αυτά για να καταφέρει να τα πιστέψει τελικά κι ο ίδιος κι έτσι δεν χάνει τον ενθουσιασμό του για το θέμα του ούτε στιγμή!
Δεν ξέρω τι νόημα έχει, μα σκέφτηκα, έτσι επετειακώς, να μεταγράψω εδώ το κομμάτι της Ιστορίας του Ηρόδοτου που αναφέρεται στην μάχη του Μαραθώνα. Σε μια μετάφραση δική μου, ελπίζω εύληπτη και ίσως κάπως ελεύθερη. Σε κάποια σημεία παρεμβάλω το αρχαίο κείμενο αυτούσιο, γιατί η διατύπωση είναι θαυμάσια και απολύτως κατανοητή και σήμερα. Όποιος θέλει ας την διαβάσει. Μην την δείτε σαν φάρμακο άκρατης αρχαιολατρείας, δείτε την απλώς σαν μια πολύ συναρπαστική ιστορία. Κι όπως όλες οι ιστορίες μπορεί να έχει και κάποιο δίδαγμα, μα στο τέλος εγώ τουλάχιστον δεν θα σας ρωτήσω ποιό είναι (καθένας ας καταλάβει ό,τι θέλει), ούτε βέβαια εξετάσεις θα γράψουμε.
Η μάχη στο Μαραθώνα
Θραύσμα από το νότιο αέτωμα του ναού της Αθηνάς Νίκης
Σύνδεση με τα προηγούμενα:
Βρισκόμαστε στο 490 π.Χ. Ο Ξέρξης αποφασίζει να επεκτείνει την επικράτεια των Περσών στην Ευρώπη (κατέχουν ήδη την Αίγυπτο, την Αραβική χερσόνησο, αχανείς εκτάσεις την Εγγύς και της Μέσης Ανατολής, την Μικρά Ασία, Θράκη), εισβάλοντας στην Ελλάδα. Έχοντας μόλις καταστρέψει την Ερέτρια, οι Πέρσες, με αρχηγούς του στρατού και του στόλου τους Δάτι και Αρταφρένη, περνούν απέναντι στον Μαραθώνα προκειμένου να συγκρουστούν με τους Αθηναίους, κατόπιν υπόδειξης του Ιππία, γιού του Πεισίστρατου. Οι Αθηναίοι, πριν ξεκινήσουν για τον Μαραθώνα στέλνουν τον Φιλιππίδη να ειδοποιήσει τους Σπαρτιάτες, όμως εκείνοι, αν και το επιθυμούν, δεν ξεκινούν από τη Σπάρτη γιατί πρέπει με βάση τα έθιμά τους να περιμένουν να γεμίσει το φεγγάρι… Οι Πλαταιείς είναι οι μόνοι που συμπαρατίθενται με τους Αθηναίους στο πεδίο της μάχης καλύπτοντας την αριστερή πτέρυγα της παράταξης…
Μόλις παρατάχθηκαν κι οι θυσίες βγήκαν ευνοϊκές, αμέσως μόλις δόθηκε το σύνθημα οι Αθηναίοι έτρεξαν κατά των βαρβάρων που βρίσκονταν περίπου 8 στάδια μακριά (περίπου 1500 μ.). Οι Πέρσες, βλέποντάς τους να τρέχουν έτσι, ετοιμάστηκαν να τους αντιμετωπίσουν, αν και σκέφτονταν ότι οι Αθηναίοι είχαν τρελλαθεί και έτρεχαν προς την καταστροφή τους, έτσι λίγοι που ήταν και έτρεχαν χωρίς την βοήθεια ιππέων ή τοξωτών. Αυτά σκέφτονταν οι βάρβαροι. Οι Αθηναίοι τους επιτέθηκαν αθρόοι και πολέμησαν με τρόπο αξιοσημείωτο. Ήταν οι πρώτοι από όλους τους Έλληνες, από όσο ξέρουμε, που πολέμησαν τρέχοντας κατά μέτωπο κι οι πρώτοι που αντίκρισαν με θάρρος την Μηδική ενδυμασία και τους άνδρες που την φορούσαν. Ως τότε ακόμη και το όνομα των Περσών προξενούσε φόβο στους Έλληνες.
Μαχομένων δὲ ἐν τῷ Μαραθῶνι χρόνος ἐγίνετο πολλός. Η μάχη του Μαραθώνα κράτησε πολύ ώρα. Στο μέσον της γραμμής των συγκρούσεων, εκεί που είχαν παραταχθεί οι Πέρσες και οι Σάκες, επικρατούσαν οι βάρβαροι, οι οποίοι έσπασαν τις γραμμές και κυνήγησαν τους Αθηναίους προς τα μεσόγεια. Όμως στα δύο άκρα νικούσαν οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς. Κι αφού επικράτησαν, άφησαν τους βάρβαρους να υποχωρήσουν και ενώνοντας τα δύο άκρα επιτέθηκαν στους Πέρσες που βρίσκονταν στο μέσον καὶ ἐνίκων Ἀθηναῖοι. Επιτέθηκαν στους Πέρσες που υποχωρούσαν και τους κατέβαλαν κυνηγώντας τους ως την θάλασσα όπου επιχείρησαν να καταλάβουν και να βάλουν φωτιά στα πλοία τους.
Επάνω σε αυτή την προσπάθεια σκοτώθηκε ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, που στάθηκε πολύ γενναίος, καθώς και ένας από τους στρατηγούς, ο Στησίλεως του Θρασύλεω. Επίσης ο Κυναίγειρος ο γιός του Ευφορίωνα, που άρπαξε την πρύμνη ενός πλοίου κι έπεσε όταν του έκοψαν το χέρι με τσεκούρι, καθώς και άλλοι Αθηναίοι πολλοί και ονομαστοί.
Με αυτό τον τρόπο οι Αθηναίοι κατέλαβαν επτά πλοία, όμως με τα υπόλοιπα οι βάρβαροι ξέφυγαν και, παίρνοντας μαζί τούς αιχμάλωτους από την Ερέτρια από το νησί στο οποίο τους είχαν εγκαταλείψει, περιέπλευσαν το Σούνιο θέλοντας να φτάσουν στην πόλη της Αθήνας πριν τους Αθηναίους. Οι Αθηναίοι κατηγόρησαν τους Αλκμεωνίδες ότι αυτοί υπέδειξαν στους Πέρσες αυτό το τέχνασμα, έχοντας συνεννοηθεί μαζί τους να σηκώσουν σαν σύνθημα μια ασπίδα όταν θα βρίσκονταν στα πλοία.
Αυτοί λοιπόν περιέπλεαν το Σούνιο και την ίδια στιγμή οι Αθηναίοι ὡς ποδῶν εἶχον τάχιστα έσπευδαν στην πόλη και κατάφεραν να φτάσουν πριν τους βάρβαρους. Όταν έφτασαν στρατοπέδευσαν, όπως είχαν κάνει και στον Μαραθώνα, σε έναν χώρο ιερό του Ηρακλή στο Κυνόσαργες. Κι οι βάρβαροι όταν έφτασαν στο Φάληρο, που ήταν τότε το επίνειο των Αθηνών, στάθηκαν μέσα στα πλοία τους και έπειτα αναχώρησαν πίσω για την Ασία.
Σε αυτή τη μάχη στο Μαραθώνα σκοτώθηκαν από την πλευρά των βαρβάρων έξι χιλιάδες τετρακόσιοι άνδρες και από τους Αθηναίους ἑκατὸν καὶ ἐνενήκοντα καὶ δύο. Τόσοι σκοτώθηκαν από τις δυό μεριές. Συνέβη μάλιστα σε αυτή την σύγκρουση και το εξής αξιοπερίεργο. Ο Επίζηλος, ο γιός του Κουφαγόρα, ενώ πολεμούσε μέσα στο πλήθος δείχνοντας μεγάλη γενναιότητα, έχασε την όρασή του χωρίς να δεχτεί πλήγμα ή κάποιο βλήμα, κι από εκείνη την στιγμή πέρασε την υπόλοιπη ζωή του τυφλός. Άκουσα ότι ο ίδιος αφηγείτο σχετικά με αυτό που έπαθε την εξής ιστορία. Έλεγε ότι στάθηκε απέναντί του ένας στρατιώτης τεράστιος του οποίου η γενειάδα επισκίαζε ολόκληρη την ασπίδα του. Όμως αυτό το φάντασμα προσπέρασε τον ίδιο και σκότωσε τελικά τον άνδρα που στεκόταν δίπλα του. Αυτά έμαθα ότι έλεγε ο Επίζηλος.
[…]
Μετά την πανσέληνο έφτασαν στην Αθήνα δύο χιλιάδες Λακεδαιμόνιοι, που είχαν τόση βιασύνη για να προλάβουν, ώστε έφτασαν στην Αττική από την Σπάρτη την τρίτη ημέρα. Αν και έφτασαν μετά την συμπλοκή, είχαν μεγάλη επιθυμία να δουν τους Μήδους και γι’αυτό πήγαν μέχρι τον Μαραθώνα για να δουν τα θύματα. Έπειτα, αφού επαίνεσαν τους Αθηναίους και το κατόρθωμά τους, επέστρεψαν πίσω.
Πήλινη αναθηματική μάσκα πολεμιστή από το Ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας