Μίλτος Σαχτούρης, Τα Φάσματα ή Η Χαρά στον Άλλο Δρόμο (1958)
Το τέλος του 2010 σηματοδοτεί το οριστικό και αμετάκλητο τέλος ενός δεκαετούς κύκλου στη ζωή μου. Με την είσοδο του 2011 θα αρχίσει ένας νέος κύκλος που καθόλου δεν ξέρω πώς θα εξελιχθεί, πόσο θα διαρκέσει ή αν τα πράγματα θα είναι χειρότερα ή καλύτερα. Θα είναι σίγουρα πολύ διαφορετικά και στην αρχή πολύ καινούργια και πολύ αγχωτικά.
Έτσι όπως στέκομαι τώρα σ'αυτό το κατώφλι και ετοιμάζομαι να κλείσω την πόρτα πίσω μου, αισθάνομαι την ανάγκη να σας πω κάτι. Αισθάνομαι την ανάγκη, ειλικρινά, να ευχαριστήσω προσωπικά όλους εσάς που περάσατε ποτέ από εδώ μέσα, σταθήκατε και κάνατε τον κόπο να μου αφήσετε έναν λόγο.
Το ιστολόγιο αυτό ήταν σε πολλές περιπτώσεις όλα αυτά τα χρόνια το αποκούμπι μου, ήταν η φωνή μου όταν ήθελα να ουρλιάξω και δεν μπορούσα.
Η δική σας φωνή στα σχόλια υπήρξε όλες αυτές τις φορές πολύ σπουδαία για μένα. Ήταν η παρηγοριά μου ότι όλοι οι άνθρωποι εκεί έξω δεν είναι χυδαίοι, ανέντιμοι, υποκριτές ή απλώς σκληροί. Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που είναι ευαίσθητοι, διακριτικοί, ευγενικοί, ευφυείς και με χιούμορ. Ευτυχώς.
Ο Θ. μου λέει συχνά ότι αν είχε ιστολόγιο δεν θα άφηνε ανοικτά τα σχόλια. Εγώ δεν μπορώ να διανοηθώ να μην έχω αυτή τη δυνατότητα να ακούσω τί σκέφτεστε, αν σας άγγιξε κάτι που σας έδειξα ή κάτι που έγραψα, δεν θα μπορούσα να μιλάω μόνη μου, ήθελα να ακούω κι εσείς τι έχετε να πείτε.
Πολλές φορές είχα ανάγκη να ακούσω τι έχετε να πείτε.
Γι'αυτές τις φορές ειδικά θέλω να σας ευχαριστήσω, όταν βρέθηκα να κάθομαι οκλαδόν στον πάτο του βαρελιού μου, όταν είχα κλείσει το καπάκι της κατσαρόλας μου και εσείς μπήκατε στον κόπο να κοιτάξετε μέσα στην κρυψώνα μου, διαβάσατε προσεκτικά αυτά που έγραφα και μου γράψατε δυό λόγια που εγώ τα αισθάνθηκα σημαντικά και παρήγορα.
Βρήκα αυτή τη φωτογραφία του Άγιου Βασίλη (από εδώ). Υποτίθεται ότι είναι τραβηγμένη το 1895. Δεν έχω ιδέα αν αυτό είναι αλήθεια. Δεν με νοιάζει κιόλας. Με νοιάζει που μόλις την είδα σιγουρεύτηκα, πείστηκα ότι αυτός είναι αλήθεια ο Άγιος Βασίλης. Ο ίδιος. Ο γνωστός.
.
.
.
. Σημασία λοιπόν για μένα έχει τί πιστεύεις εσύ, γιατί σε τελευταία ανάλυση αυτή θα είναι πάντα η δική σου αλήθεια: αυτό που νομίζεις εσύ, αυτό που νιώθεις εσύ, αυτό που βιώνεις εσύ. Ό,τι κι αν λένε οι άλλοι.
Ο αγαπητός athensville με κάλεσε για δεύτερη χρονιά να γράψω ένα κείμενο για την Αθήνα. Τον ευχαριστώ κι από εδώ ειλικρινά για τη φιλοξενία και την θαυμάσια εικονογράφηση.
Η Τασσώ Καββαδία έμοιαζε καταπληκτικά σε μιά καθηγήτρια που είχα στο πανεπιστήμιο. Έμοιαζαν εξ όψεως, δυό ωραίες γυναίκες, με παράστημα, καλοντυμένες, μα περιέργως είχαν και το ίδιο ψυχρό βλέμμα ανωτερότητας και σνομπισμού κι επιπλέον ήταν ικανές να ξεστομίσουν με στόμφο λόγια απύθμενης κακίας. Μόνο που αυτό που για την Καββαδία ήταν ένα εξαιρετικό ταλέντο για την αποτελεσματική άσκηση της τέχνης της, για την καθηγήτριά μου παραμένει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα.
Κάθε φορά λοιπόν που την συναντώ (την καθηγήτρια, όχι την Τασσώ), νομίζω ότι θα ανοίξει το στόμα της, θα στρογγυλέψει Κολωνακιώτικα τις λέξεις της για να μου τις πετάξει στα μούτρα κι εγώ θα πρέπει ως άλληΣτεφανίανα σφουγγαρίσω όλο το αναμορφωτήριο (στα γόνατα με σφουγγαρόπανο, όχι με σφουγγαρίστρα).
Σκέφτομαι πάντως ότι μετά την πρόσφατη απώλεια της σπουδαίας ηθοποιού μπορώ:
α. να βλέπω με μεγαλύτερη συμπάθεια την πρώην καθηγήτρια γιατί θα μου θυμίζει την συγχωρεμένη την Καββαδία,
β. να φαντασιώνομαι μιά περίσταση στην οποία η Καββαδία ταπεινώνει μεγαλειωδώς την καθηγήτρια, όπως το κάνει με απαράμιλλο τρόπο στην παρακάτω σκηνή από την "Αμαρτία της Ομορφιάς".
Παρατηρήστε παρακαλώ, πώς ερμηνεύει το ρόλο της αυτή η καταπληκτική ηθοποιός με τις κινήσεις της, το βλέμμα της, την εκφορά και την ένταση του λόγου! Betty Livanou you didn't stand a chance.
Όλο μέσα μου απωθώ την παρόρμηση να κάνω απολογισμό του 2010 κι όλο αυτή επιστρέφει. Είναι που δεν θυμάμαι και καλά, ούτε καν τα πρόσφατα. Είναι που δεν έχει και πολύ νόημα να αραδιάζεις ατυχίες και απογοητεύσεις, τί τους θέλω εγώ τους απολογισμούς;
Απρίλιος. Γράφω ακατάπαυστα - και μετά σκάει ένα ηφαίστειο σχεδόν στα μούτρα μου.
Αύγουστος. Διαπιστώνω πόσο κοντά μπορώ να βρεθώ σε μιά σοβαρή ασθένεια.
Νοέμβριος. Μαθαίνω ότι η καλύτερή μου φίλη μού λέει ψέμματα για να αποφύγει να με συναντήσει.
Καλά, μιλάμε για πολύ κλάψα. Άστο. Πάμε αλλιώς.
Αντί απολογισμού, προτιμώ να αφηγηθώ το Σημαντικότερο Επίτευγμά μου για το 2010, το οποίο θα αποτελέσει και κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας μου με τίτλο
Το τελευταίο σκαλοπάτι
Εγώ που λέτε δεν ήμουν ανέκαθεν τροφαντή. Είχα τα μαγουλάκια μου αλλά χοντρή δεν με έλεγες. Αυτό είναι και καλό, είναι και κακό. Καλό είναι γιατί είχα έντιμο πρότερο βίο, κακό γιατί ενώ έπαιρνα κιλά δεν έβλεπα τον εαυτό μου χοντρό. Τον έβλεπα δηλαδή, είχα μάτια, όταν σφήνωνε το XL επάνω μου εκεί ήμουνα κι έβλεπα, αλλά να, ψυχολογικά τοποθετούσα πάντοτε τον εαυτό μου στους αδύνατους ή έστω στους προσωρινά-μή-αδύνατους (αυτή είναι κατηγορία κυρίες και κύριοι...).
Επιπλέον δεν βοηθούσε το γεγονός ότι ο Θ. (σε αντίθεση με τη μαμά μου) δεν με έκανε ούτε μιά στιγμή να αισθανθώ άσχημα με το σώμα μου (τουναντίον), ούτε το γεγονός ότι όταν κοιμόμουν ονειρευόμουν κι έβλεπα τον εαυτό μου αδύνατο.
Τέλος πάντων, μην τα πολυλογούμε, πάχαινα, πάχαινα, πάχυνα.
Κι όλο έλεγα μέσα μου ότι ήθελα να αδυνατίσω αλλά πάλι δεν είχα το κουράγιο να πιέσω τον εαυτό μου να το κάνει, γιατί ήξερα ότι αυτό ήθελε κότσια που δεν μπορούσα να διαθέσω προς αυτή την κατεύθυνση.
Βαυκαλιζόμουνα ότι έχω ακόμη περιθώρια κι ελέγχω την κατάσταση κι αστειευόμουν για το τελευταίο σκαλοπάτι, το να σε περνάνε οι άγνωστοι για έγγυο και να μην είσαι.
Μέχρι που βεβαίως την κατέβηκα όλη την σκάλα, το έφτασα κι αυτό το σκαλοπάτι, την έζησα κι αυτή την εμπειρία (εδώ κανονικά ακούγεται ταρατατάν μπουζούκι). Όρθιοι στο τρένο και δίπλα μας ένα ζευγάρι Αλβανοί (καλή τους ώρα οι ευγενέστατοι) να με κοιτάνε, κυρίως η γυναίκα. Κι εγώ (χαζή δεν είμαι) την είδα την ξεφτίλα να έρχεται, την ρούφαγα εις μάτην την κοιλιά. Κι η κοπέλα, όλο αγωνία μη χάσω το παιδί, να σκουντάει τον άντρα της να σηκωθεί, να του λέει κάτι στη γλώσσα τους κι εναγωνίως να ψάχνει το βλέμμα μου για να μου πει να κάτσω. Κι εγώ να αποφεύγω το βλέμμα και να εύχομαι να είχε το τρένο μιά κινηματογραφική καταπακτή στο πάτωμα, να ανοίξει, να πέσω, να με πατήσει κιόλας από πάνω να τελειώνουμε. Το τέλος της ιστορίας μας είναι γλυκόπικρο, όπως γλυκόπικρη είναι κι η ζωή: "σας ευχαριστώ, μην ενοχλείστε, δεν είμαι έγγυος, χοντρή είμαι". Καταραμένη καταπακτή δεν άνοιξες ποτέ.
Αυτό λοιπόν νόμιζα ότι ήταν το τελευταίο σκαλοπάτι, μα πλανήθηκα πλάνην οικτράν.
Λίγους μήνες αργότερα επισκέπτομαι για πρώτη φορά έναν γυναικολόγο. Ας τον πούμε γιατρό Καζαμπούμπου, έτσι τον αποκαλούμε πλέον στο σπίτι μας κι έχουμε τους λόγους μας. Ο γιατρός Καζαμπούμπου λοιπόν μου ρίχνει ένα βλέμμα, χαμογελάει ήρεμος και μου λέει: "πότε με το καλό;"
Εγώ ανυποψίαστη ρωτάω "τι εννοείτε;" "Πότε με το καλό γεννάμε;"
Αυτό, κυρίες και κύριοι, είναι το αληθινά τελευταίο σκαλοπάτι στον εξευτελισμό της παχουλής γυναίκας. Όχι απλώς να σε θεωρήσουν έγγυο, αλλά να σε θεωρήσει έγγυο ένας γυναικολόγος.
Όσο κι αν ο γιατρός αποδείχτηκε εν τέλει μεγάλος σκιτζής, αυτή η συνάντηση υπήρξε καθοριστική. Δεν είχα άλλα περιθώρια για ξεφτιλίκια, ούτε από ευγενικούς απλούς ανθρώπους, ούτε από μορφωμένους Καζαμπούμπου, η κοινωνία μας δεν είναι φτιαγμένη για παχουλούς, τα πρότυπα τα κοινωνικά είναι πλέον διαφορετικά, δεν ζούμε στο 1920 που το τροφαντό το μπούτι ήταν μεγάλο ατού.
Από την επόμενη κιόλας ημέρα άρχισα βίαιτα, δηλαδή βίαιη δίαιτα (ένας όρος όχι δικός μου αλλά του Νανάκου). Μόνη μου, γιατί δεν άντεχα να πάνω να τσιτσιδωθώ για να με ξεφτιλίσει κι ο διαιτολόγος. Δύο εβδομάδες Άτκινς (που δεν αντέχεται) και μετά μετρώντας θερμίδες προσπαθούσα να μένω σε ένα ποσό 1100 θερμίδων την ημέρα. Έτσι έχασα 13 κιλά σε περίπου 3-4 μήνες.
Δεν είμαι ακόμη αδύνατη, είμαι ας πούμε όχι-τόσο-χοντρή κι αυτό είναι, σας βεβαιώ, πολύ σπουδαίο επίτευγμα.
προειδοποίηση: το κείμενο που ακολουθεί είναι μεγάλο και κουραστικό ώστε αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω εκ των προτέρων όσους θα έχουν την υπομονή να φθάσουν ως το τέλος του.
Το Ζήτημα
Προ ολίγων ημερών προβλήθηκε από το κανάλι Extra-3 μιά εκπομπή που παρουσιάζει η Τζούλια Αλεξανδράτου με καλεσμένο (αυτή τη φορά) τον Γιάννη Φλωρινιώτη. Οι δυό τους βρέθηκαν έξω από τον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιάς Επιδαύρου και στο πλαίσιο της εκπομπής, έχοντας ως φόντο τις αρχαιότητες, η Τζούλια πήρε συνέντευξη από τον Φλωρινιώτη αναφερόμενη στην καριέρα του τραγουδιστή και ιδιαιτέρως στην εκπομπή του Τρίτου Προγράμματος όπου ο μέγας Χατζηδάκις αφιέρωσε στον Φλωρινιώτη.
Η Τζούλια απήγγειλε στίχους από τον Ολυμπιακό Ύμνο του Παλαμά και την "Άρνηση" του Σεφέρη και ο Φλωρινιώτης τραγούδησε (όχι κάποιο από τα εύθυμα σουξέ του αλλά) ένα θαυμάσιο τραγούδι "Το Πέρασμά Σου".
Μικρή παρέκβαση - Το Πέρασμά Σου
"Το Πέρασμά σου" είναι ένα ποίημα του Κώστα Βάρναλη από την ποιητική συλλογή "Ποιητικά" του 1956.
Ἄχ! Τόσο λίγο νὰ βαστάξει Τούτ᾿ ἡ γιορτὴ κ᾿ ἡ Πασκαλιά!.. Ἔφυγες κ᾿ ἔχουμε ρημάξει ξανὰ καὶ πάλ᾿ ἡ Πασκαλιὰ γιατ᾿ ἔτσι λίγο νὰ βαστάξει!
Το ποίημα μελοποίησε ο Γιάννης Σπανός στην Τρίτη Ανθολογία το 1975 και ερμήνευσε τότε ο Κώστας Καράλης. Την ερμηνεία μπορείτε να ακούσετε εδώ.
Πιό πρόσφατα, το 2007, οι Χειμερινοί Κολυμβητές μελοποίησαν ξανά και ερμήνευσαν θαυμάσια το ίδιο ποίημα, που μπορείτε να ακούσετε εδώ.
Στην σημερινή ανάρτηση ενσωματώνω την ερμηνεία του Γιάννη Φλωρινιώτη από την πρόσφατη εκπομπή. Ο Φλωρινιώτης, όπως μαθαίνω από μιά παλιότερη ανάρτηση του Αντώνη Μποσκοΐτη (εδώ) ερμήνευσε το ποίημα μελοποιημένο από τον Γιώργο Γεωργιάδη σε ένα δίσκο του που ονομαζόταν "Ποίηση και Μελωδία" και περιλάμβανε μελοποιημένη ποίηση των Ουράνη, Βάρναλη και Πορφύρα.
Οι Αντιδράσεις των Άλλων
Όλες οι αντιδράσεις που εγώ τουλάχιστον διαπίστωσα μετά την προβολή της εκπομπής μου δείχνουν ότι οι περισσότεροι θύμωσαν και χλεύασαν το προϊόν, θίχτηκαν αισθητικά και θεώρησαν ιδιαιτέρως προκλητική και απαράδεκτη την ανάγνωση ποίησης από την Τζούλια Αλεξανδράτου.
Σημειώνω χαρακτηριστικά την πιό ενδιαφέρουσα ίσως αντίδραση που διάβασα στο Daily Express της Lifo, εδώ, ένα κείμενο με την υπογραφή "The Love Company".
Πριν προχωρήσω στην έκθεση των δικών μου σκέψεων, ας σημειώσω ότι στις πολλαπλές επιλογές του ανωτέρω κειμένου (αν δεν με καταδίκαζε ο συγγραφέας του άκριτα στο 3.) θα πρόσθετα ένα 6. Βλέπω την εκπομπή σαν μιά ευκαιρία να παρατηρήσω τη σχέση που έχουν αναπτύξει οι σύγχρονοι νεοέλληνες με την "ιερότητα" του αρχαίου και του νεώτερου κλασικού πολιτισμού.
Διαφωνώ βλέπεις επί της αρχής: ακόμη κι αν η εκπομπή είχε στόχο να είναι "ένα συνειδητό, ναζιστικού τύπου, γιαούρτωμα της διανόησης" (που αμφιβάλλω για να είμαι ειλικρινής), πιστεύω ότι η μεν κλασική διανόηση δεν επηρρεάζεται πλέον από γιαουρτώματα, η δε σύγχρονη διανόηση δεν πρέπει να βρίσκεται εκτός κριτικής.
Σκέψεις και ερωτήματα - για φαντάσου με ποιά αφορμή...
Είδα λίγο την εκπομπή στην τηλεόραση και είχα ήδη κάποιες σκέψεις που τις ρίχνω όλες άτακτα εδώ. Σε κάθε περίπτωση ας σημειώσω ότι πριν γράψω το κείμενο αυτό φρόντισα να δω αρκετά αποσπάσματα που έχουν ανέβει στο Youtube.
Ι. Τα αρχαία και εμείς - ποιοί εμείς;
Η Αλεξανδράτου και ο Φλωρινιώτης κάνουν την εκπομπή ΕΞΩ από τον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιάς (ή Μικρής) Επιδαύρου. Σκέφτομαι ότι κατά πάσα πιθανότητα ούτε καν τόλμησαν να ζητήσουν άδεια κινηματογράφησης εντός του αρχαιολογικού χώρου. Αντ'αυτού κινηματογραφούν και κινούνται (ως έχουν δικαίωμα) έξω από τον χώρο. Δεδομένης της ταπεινής περίφραξης του συγκεκριμένου θεάτρου η εντύπωση που δίνεται στον θεατή ενίοτε είναι ότι βρίσκονται μέσα, άρα ο αποκλεισμός που υφίστανται καταργείται.
Έχει δικαίωμα η Τζούλια Αλεξανδράτου να εισέλθει σε έναν αρχαιολογικό χώρο; Αν ναι, με ποιές προϋποθέσεις; Ποιός είναι αυτός που θα κρίνει και γιατί; Η Τζούλια και ο Φλωρινιώτης είναι κατώτερα όντα επειδή έχουν κάνει πράγματα με τα οποία διαφωνούμε από άποψη αισθητικής ή ηθικής; Τα αρχαία ανήκουν μόνο σε ανώτερα όντα που έχουν υψηλή αισθητική και ηθική; Ποιό είναι το μέτρο που μετρά το ύψος της αιθητικής (για να μην πιάσω την ηθική);
ΙΙ. Ο χώρος - ποιός χώρος;
Η Τζούλια αναφέρει διαρκώς οτι βρίσκονται στην "Επίδαυρο" και είμαι απολύτως σίγουρη ότι ο περισσότερος κόσμος θα νομίζει στο τέλος ότι ΟΝΤΩΣ βρίσκεται στην Επίδαυρο, δηλαδή στο μεγάλο θέατρο της Επιδαύρου. Επομένως πολλοί θα θίγονται τελικά από την εκπομπή της Τζούλιας για τον λάθος χώρο - παραδέχομαι ότι η σκέψη αυτή με διασκεδάζει.
Θυμάμαι τη δική μου επίσκεψη στην Παλιά Επίδαυρο. Μου έκανε εντύπωση πόσο πολύ στενά περιβάλλεται από ιδιοκτησίες. Όχι μόνο σπίτια, αλλά και κοτέτσια και στάβλους. Θυμάμαι ότι ήταν καλοκαίρι και η μυρωδιά ήταν αβάσταχτη. Το κτήριο όπου ο Φλωρινιώτης τραγουδά το "Πέρασμα" είναι ένας στάβλος σε άμεση εγγύτητα με τον αρχαιολογικό χώρο. Αναρωτιόμουν τι γίνεται όταν λειτουργεί το θέατρο.
ΙΙΙ. Η πρέπουσα εμφάνιση - ποιά είναι;
Κατά τη διάρκεια της κινηματογράφησης η Τζούλια φορά ένα πολύ λεπτό λευκό φόρεμα. Την βλέπω να κρυώνει αλλά δεν το δείχνει. Το φόρεμα είναι μακρύ, ποδήρες, σαν κακοραμμένο νυφικό, και η εμφάνιση συμπληρώνεται με εντυπωσιακό κρωβύλο και το χαρακτηριστικό της μακιγιάζ. Ο Φλωρινιώτης, γνωστός για τις ενδυματολογικές του ακρότητες, αυτή τη φορά φοράει ένα μαύρο κοστούμι, λευκό πουκάμισο και γραβάτα. Μοιάζει κι αυτός να κρυώνει, ίσως επειδή έχει συννεφιά.
Κανείς από τους δυό τους δεν έχει ντυθεί όπως συνηθίζει σε τηλεοπτικές του παρουσίες. Και οι δύο προσαρμόζουν την εμφάνισή τους στον χώρο. Ακολουθούν έναν άγραφο κώδικα ενδυματικών επιλογών.
Ποιά είναι η πρέπουσα ενδυματολογική εμφάνιση προκειμένου να επισκεφθεί κανείς έναν αρχαιολογικό χώρο; Ο αρχαιολογικός χώρος είναι σαν τα μοναστήρια που έχουν καθιερωμένο (από ποιόν αλήθεια;) ενδυματολογικό κώδικα; Ποιός είναι αυτός; Ο κανόνας καταλύεται αν ο χώρος λειτουργεί ως θέατρο με σύγχρονες παραστάσεις;
Αν η Τζούλια πόζαρε ημίγυμνη ή με μπικίνι έξω από την μικρή Επίδαυρο θα ξεσηκωνόταν όλη η κοινωνία. Γιατί δεν ξεσηκώνεται όταν οι θερινοί επισκέπτες (διεκδικούν να) εισέρχονται έτσι σε αρχαιολογικούς χώρους; Μήπως γιατί αυτό δεν προβάλλεται από την τηλεόραση; Η τηλεοπτική προβολή είναι το κριτήριο για την επιβολή ενδυματολογικής σεμνότητας; Αν ναι, η Τζούλια νίκησε. Ήταν ενδυματολογικώς σεμνή.
ΙV.
Η πρέπουσα συμπεριφορά - ποιά είναι;
Η Τζούλια διαβάζει ποίηση. Λίγους στίχους Παλαμά και λίγους Σεφέρη. Διαβάζει ρίχνοντας διαρκώς ματιές στο χαρτί της, διαβάζει με στόμφο, κακή εκφορά, διακεκομένα, χωρίς συγκέντρωση, ίσως χωρίς να κατανοεί ακριβώς τι διαβάζει. Προσπαθεί να είναι σοβαρή αλλά έχει και ένα ύφος σαν να είναι έτοιμη να γελάσει, σαν παιδί που κάνει αταξία (όπως σωστά μου επισημαίνει ο @greekgaylolita στο twitter). Ο Φλωρινιώτης επιλέγει να τραγουδήσει μελοποιημένο Βάρναλη. Τί τυχερός, είχε ήδη στην δισκογραφία του το τραγούδι.
Οι επιλογές και των δυό σε σχέση με τον χώρο που βρίσκονται έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν επιλέγουν να αναπαράξουν στίχους κάποιου αρχαίου κειμένου. Γιατί όχι αλήθεια; Δεν θα ταίριαζε Αριστοφάνης στο αρχαίο θέατρο; Δεν θα έδινε ωραίες πικάντικες αφορμές αστειότητας; Προφανώς ναι, αλλά οι ίδιοι επιλέγουν να κινηθούν σε άλλο μονοπάτι, αυτό της της "κλασικής" ποίησης του 20ου αιώνα.
Βρίσκω πολύ έξυπνο αυτό το γεφύρωμα των δύο "κλασικών" πολιτισμών. Ποτέ κανείς δεν αμφισβητεί το κλασικό. Αμφισβητεί όμως την διαχείριση του κλασικού. Ήτοι: αν διαβάζει η Κονιόρδου τον Ολυμπιακό Ύμνο, δεν υπάρχει πρόβλημα, αν τον διαβάζει η Τζούλια υπάρχει.
Οι δύο πρωταγωνιστές δεν φωνάζουν αλλά συζητούν ήρεμα, ωσάν επηρεασμένοι από την υποβλητικότητα του χώρου. Δεν προκαλούν φθορά στο μνημείο, ούτε καν άλλωστε το αγγίζουν. Θα μπορούσε να μην είναι έτσι. Πολλοί επισκέπτες αρχαιολογικών χώρων και μουσείων κανιβαλίζουν με την συμπεριφορά τους τα μνημεία, συχνά ρυπαίνουν, ακόμη και με σωματικές ακαθαρσίες, και δείχνουν επί τούτου ποικιλοτρόπως την "ασέβειά" τους.
Αυτή η "ασέβεια" αν δεν την βλέπουμε, δεν υπάρχει; Είναι "ασέβεια";
Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε, ότι με πρόφαση την τέχνη, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν κατά καιρούς φωτογραφηθεί έως και γυμνοί σε αρχαιολογικούς χώρους (δείτε π.χ. εδώ).
Η Τζούλια και ο Γιάννης αναλογίζονται ότι βρίσκονται σε εγγύτητα (ούτε καν εντός) του αρχαιολογικού χώρου και αυτή και μόνο η εγγύτητα τούς υποβάλλει μιά συγκεκριμένη σεμνύζουσα συμπεριφορά. Η ακτινοβολία του χώρου λοιπόν εκτείνεται και έξω από την περίφραξή του. Πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση, δεν νομίζετε;
Η συμπεριφορά ωστόσο κρίνεται μεμπτή. Αναρωτιέμαι γιατί, εφόσον οι κανόνες τηρήθηκαν τυπικά.
VΙ.
Το γιαούρτωμα της διανόησης - Γιατί όχι;
Προφανώς υπάρχει αισθητική διαφωνία ή διαμαρτυρία για το γεγονός ότι η Τζούλια φαίνεται να χλευάζει την ποίηση την ίδια στιγμή που την εκφωνεί.
Το επιχείρημα της αισθητικής διαφωνίας δεν το δέχομαι. Για μένα χειρότεροι αισθητικά μπορεί να είναι διάφοροι θίασοι που κατά καιρούς έχουν παίξει στο θέατρο της Επιδαύρου, χειρότερες κάποιες ανά την Ελλάδα χορωδίες που κακοποιούν τον Ολυμπιακό ύμνο, χειρότεροι κάποιοι ηθοποιοί που απαγγέλουν ποίηση με στόμφο και προσωδία. Διαφωνώ μαζί τους αισθητικά αλλά αναγνωρίζω το δικαίωμά τους να συνεχίσουν να παράγουν την τέχνη τους. Το ίδιο μπορεί ή πρέπει να ισχύει και για την κάθε Τζούλια.
Αν δεχτούμε ότι η Τζούλια χλευάζει την κλασική ποίηση, αυτό το κάνει όχι με τα σχόλιά της επί των ποιημάτων, αλλά με τον ασεβή τρόπο εκφοράς της ή πιό σωστά με τον τρόπο εκφοράς που εμείς κρίνουμε ότι είναι ασεβής.
Αν η Τζούλια είναι η κακή μαθήτρια της Β' Γυμνασίου που την πιάνουν τα γέλια στη σχολική γιορτή μπροστά στους συμμαθητές της (γιατί το ποίημα δεν της λέει τίποτα;), ο καθένας από εμάς που αντιδρά, αυτομάτως μπαίνει σε έναν καθόλου θελκτικό ρόλο: του γυμνασιάρχη που θέλει να δώσει στην Τζούλια αποβολή γιατί δεν σεβάστηκε τον Σεφέρη και τον Παλαμά, δεν έδειξε την δέουσα προσοχή στην κλασική ποίηση και μας χάλασε την ατμόσφαιρα σεβασμού που κρίνουμε ότι πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε τέτοια περίσταση.
Ξεχνάμε ίσως ότι η κλασική ποίηση, ευτυχώς ή δυστυχώς, επιβιώνει ακόμη και μετά από την χειρότερη σχολική γιορτή, την χειρότερη δημοτική εκδήλωση και την χειρότερη βραδιά ποίησης.
Στο τέλος της εκπομπής, προκειμένου πάλι να σκανδαλίσει προφανώς, η Τζούλια αποφωνεί με ένα λογύδριο διανοουμενίστικου ύφους αλλά ακατάληπτου περιεχομένου. Ίσως εδώ να έγκειται η μεγαλύτερη διάθεση χλεύης, με την οποία όμως δεν διαφωνώ. Βρίσκω πολλούς ανθρώπους γύρω μου να προσπαθούν να εκφραστούν με επιτηδειότητα χάνοντας τον ειρμό ή το περιεχόμενό τους. Αν αυτό είναι μιά κριτική στην σύγχρονη διανόηση και τον ακατάληπτο συχνά λόγο της, με βρίσκει απολύτως σύμφωνη - και μάλιστα μου θυμίζει ένα ανάλογο σχόλιο του Σακελλάριου που είχα επισημάνει παλιότερα εδώ.
Μήπως το πραγματικό πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι "δεν επιτρέπουμε" καν την ύπαρξη αυτής της συνύπαρξης: Τζούλια + κλασική ποίηση;
Γιατί δεν την επιτρέπουμε; Συμφωνήσαμε ότι η Τζούλια, πρωταγωνίστρια αισθησιακών ταινιών, είναι ανήθικη στην ηθική κοινωνία μας και άρα δεν μπορεί να ασχολείται με τα "ιερά και τα όσια"; Τα πορνικά της χείλη δεν μπορούν να εκφωνούν τον Ολυμπιακό ύμνο; Προτιμάμε την απαγγελία ποίησης από πολιτικούς;
Αν η ηθική είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την απαγγελία κλασικής ποίησης, που θα βρεθεί άνθρωπος αρκετά ηθικός για να την εκφωνήσει και ποιός είναι αυτός που θα τον κρίνει;
Βρίσκομαι σε μιά αίθουσα συναυλιών. Παίζουν Βιβάλντι και με το πρώτο θέμα βλέπω το κάθισμα πλάι μου αδειανό. Αρχίζω να σε φτιάχνω με την φαντασία μου και να σε βλέπω πλάϊ μου ν'ακούς μαζί μου μουσική. Όμως έρχεται πάλι το πρώτο θέμα και μου δείχνει το κάθισμά σου αδειανό. Σε ξαναφτιάχνω με αγωνία και για να μη μου φύγεις πιάνω το χέρι σου και στο κρατώ μες στο δικό μου, ίσαμε που 'ρχεται ξανά το πρώτο θέμα κι αφήνει άδειο το κάθισμά σου. Χαϊδεύω τ'άδειο κάθισμα που'ναι ζεστό από το κορμί σου, αρχίζω πάλι πλάι μου να νιώθω την αναπνοή σου, αλλά το πρώτο θέμα οριστικά, τυραννικά κι απελπισμένα μου φανερώνει την αλήθεια. Εγώ είμαι μόνη, το κάθισμα είναι άδειο κι εσύ δεν υπάρχεις. Μάνος Χατζηδάκις, Το κοντσέρτο, στο Χαμόγελο της Τζοκόντας. Βγαίνοντας από την Τράπεζα εγκλωβίζομαι στον μικρό κενό χώρο, ανάμεσα στον έξω κόσμο και στο χώρο της τράπεζας. Ακούω διαρκώς την επιτακτική εντολή ενός άγνωστου άνδρα - "πατήστε το κουμπί της εξόδου" - "πατήστε το κουμπί της εξόδου" - "πατήστε το κουμπί της εξόδου". Το πατάω κύριε, το πατάω ξανά και ξανά. Και περιμένω. Μα η πόρτα δεν ανοίγει, το πράσινο φως δεν ανάβει και δεν μπορώ να βγω. Ούτε κι εγώ θέλω να μείνω εδώ. Ένας χώρος μή-χώρος ανάμεσα στο μέσα και στο έξω είναι εδώ που βρίσκομαι. Δεν μπορώ να γυρίσω πίσω, δεν μπορώ να πάω μπροστά, δεν μπορώ να μείνω εδώ. Δεν μπορώ να μείνω εδώ κυρίως γιατί με ενοχλούν τα τζάμια. Γύρω-γύρω τζάμια. Και μπορεί όποιος θέλει να σε βλέπει, ενώ εγώ θέλω να με βλέπει όποιος θέλω και, για την ακρίβεια, αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή δεν θέλω να με βλέπει κανείς. Λίγο πριν με πιάσουν τα κλάματα λοιπόν, εντελώς παιδαριωδώς, γελοίο έρμαιο των ορμονών μου πάντα, ανάβει το πράσινο φως και βγαίνω από αυτόν τον μή-χώρο, μα στα αλήθεια νιώθω σαν να μην έχω βγει ακόμη. Γιατί είναι τόσο αβάσταχτο το αίσθημα της απώλειας για κάτι που δεν είχες ποτέ;
Εχτές διαπίστωσα ότι μου χρειάζονται περίπου 8 απανωτά επεισόδια των Απαράδεκτων προκειμένου να καθαρίσω την κρεβατοκάμαρα στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος που ονομάζεται "Γενική Καθαριότης, χειμερινή έκδοσις".
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δραστηριότητες οι οποίες επιτυγχάνουν την καθαριότητα κάθε ορατής επιφάνειας του σπιτιού, από της οροφής έως του δαπέδου, των τοίχων περιλαμβανομένων, και ασφαλώς όλου του περιεχομένου το οποίον εβρίσκεται εκτεθειμένον.
Η Γενική Καθαριότης θεωρείται ολοκληρωμένη μόνον όταν έχομε επιτύχει ικανοποιητική αφαίρεση σκόνης (ή εξαντλητική κούραση) σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού, οπότε στρώνουμε τα χαλιά και στολίζουμε το σπίτι μας για τα Χριστούγεννα.
[εδώ κολλάει ένα Ja wohl!]
Οι Απαράδεκτοι παίζουν εδώ και χρόνια πολύ καταλυτικό ρόλο, καθώς διαπίστωσα ότι το να παίζουν στο background βοηθάει καταπληκτικά να εκτελώ τις εργασίες μου χωρίς να αναλογίζομαι πόσο κουραστικό και βαρετό είναι αυτό που κάνω εκείνη τη στιγμή. Μπορώ πάντα να προσποιούμαι ότι έβλεπα Απαράδεκτους όλη μέρα, ε, και πήρα κι ένα ξεσκονόπανο να κάνω καμιά δουλειά.
Το ξέρω, η κατάσταση θυμίζει Τσελεμεντέ της δεκαετίας του '60 και women's magazines και women's blogs μη σου πω, μα τι να γίνει; Έτσι είμαι εγώ. Την προηγούμενη εβδομάδα έδινα διάλεξη, την επόμενη καθαρίζω παντζούρι.
Γιατί δεν παίρνουμε βοήθεια, σκέφτεται μεγαλόφωνα (και συχνότερα φαντάζομαι ενδόμυχα) ο Θ. κι αναστενάζει.
Δεν μπορώ ποτέ να του εξηγήσω ικανοποιητικά γιατί όχι.
Γιατί έτσι πρέπει; (όπως θα απαντούσε η Λωξάντρα)
Γιατί δεν μπορώ να δίνω εντολές σε έναν άλλον άνθρωπο για να κάνει μιά σωματικά κουραστική εργασία; [- εκτός αν είναι ο ίδιος ο Θ. :) ]
Γιατί κάπου μέσα μου το αντιμετωπίζω όλο αυτό ως απαραίτητη διαβατήρια διαδικασία για να ευχαριστηθώ καλύτερα την κατάσταση μετά;
Ο Θ. το αποδίδει στις ενοχές που έχω από τον τρόπο που βλέπει η μαμά μου την καθαριότητα (μανιακά δηλαδή) - και μάλλον έχει δίκιο, και το περνάμε σαν αρρώστεια που κάνει τον κύκλο της.
Αυτό είναι το πιό αγαπημένο μου Χριστουγεννιάτικο τραγούδι σε μιά ωραία εκτέλεση σχολικής χορωδίας και κινηματογράφηση του 1975. Δεν ήρθε ακόμη η ώρα του αλλά δεν πειράζει, ενισχύει το φρόνημα ;)
Λίγο άσχετο αλλά.
Σπανίως σας δίνω συμβουλές ή κάνω υποδείξεις διασκέδασης αλλά αισθάνομαι αλήθεια την ανάγκη να φωνάξω πόσο πολύ σπουδαία, πόσο ειλικρινά συγκλονιστική είναι η έκθεση της Βάσως Κατράκη στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Επισκεφθείτε την και θα με θυμηθείτε.
Kι αν πάτε μέχρι εκεί, περάστε δίπλα στην πτέρυγα του Μεγάρου Σταθάτου και δείτε την πολύ εντυπωσιακή έκθεση The Lost World of Old Europe
(που εγώ θα την μετέφραζα αυτολεξεί: Ο Χαμένος Κόσμος της Παλιάς Ευρώπης και όχι: Το Ξεχασμένο Παρελθόν της Ευρώπης) Είναι από αυτές τις εκθέσεις που έχεις την ευκαιρία να καθαρίσεις το μυαλό σου από ένα σωρό κλισέ.
Όλο αυτό το διάστημα που δεν έγραφα εδώ (και δεν έλειψα ως φαίνεται σε κανέναν ιδιαιτέρως γκουχ-γκουχ) επισκεφτόμουν κλεφτά τα ιστολόγιά σας κι έτσι εν πολλοίς έχω μιά εικόνα τι κάνετε, πώς είστε γενικώς, τι σας απασχολεί, τι γράφετε. Μα σκέφτηκα, έτσι γυρνώντας μετά από αρκετό καιρό, ότι αν σας έβλεπα μπροστά μου, αν καθόμασταν για καφέ, δεν θα σας ρώταγα τι γνώμη έχετε για το νέο κόμμα της Ντόρας ας πούμε (I couldn't care less). Θα προτιμούσα άλλα πράγματα να μου πείτε, πιό προσωπικά σας.
Ιδού λοιπόν τρεις ερωτήσεις μου και όποιος θέλει, απαντά, κι όποιος θέλει αντίστοιχα με ρωτά. (κι όπως θα έλεγε ο αγαπημένος μου Προβατούκοςχάου μο γκέρλυ μπλογκ καν γιου γκο;)
1. Σκέψου καλά και πες μου: ποιό είναι το πιό όμορφο πράγμα που είδες τώρα τελευταία;
2. Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποιος που πρόσφατα σε στενοχώρησε ή σε πρόσβαλε κι εσύ δεν έκανες τίποτα γι'αυτό. Θέλεις να μου πεις αυτό που δεν μπόρεσες ή δεν θέλησες να του/της πεις;
3. Αν δεν είχες κανέναν περιορισμό, που και με ποιόν θα ήθελες να περάσεις τα Χριστούγεννα;
Ονειρέμβριος. Μήνας κοπιωδών προσπαθειών. Τίποτα δεν είναι απλό όπως ξέρεις. Θα είναι ένας μήνας γεμάτος παραστάσεις και θεατρικότητα. Θα περπατάς στο σκοινί ισορροπώντας με ομπρέλα ανοικτή. Θα κρύβεσαι, θα κρύβεσαι, θα κρύβεσαι, θα φαίνεσαι. Θα μπορέσεις να πραγματοποιήσεις την πιό μεγάλη σου επιθυμία. Θα μπορέσεις να πραγματοποιήσεις την πιό μεγάλη σου επιθυμία;
Ποιό είναι το πιό μεγάλο σου όνειρο; Ποιά είναι η πιό μεγάλη σου επιθυμία;
Είναι περίεργο συναίσθημα να χάνεις έναν δάσκαλό σου. Ενηλικιώνεσαι με έναν ακόμη δυσάρεστο τρόπο.
Ο Γιάννης Σακελλαράκης ήταν ο άνθρωπος που σφράγισε ανεξίτηλα την ανασκαφική ζωή μου. Όταν κρατάω ανασκαφικό ημερολόγιο ακούω στ'αυτιά μου τις δικές του οδηγίες, ακούω τη δική του φωνή.
Δεν έχω απορροφήσει ακόμη την είδηση του θανάτου του, ούτε έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι δεν θα τον ξαναδώ. Από την Παρασκευή το βράδυ τον βλέπω στον ύπνο μου. Δεν μιλάμε. Μόνο τον παρατηρώ, εκείνος ήσυχος.
Μετανιώνω που δεν επικοινώνησα μαζί του πρόσφατα.
Θα μείνω γεμάτη ερωτήματα. Θα αναρωτιέμαι διαρκώς αν διάβασε ένα κείμενο που έγραψα πρόσφατα για εκείνον ή ποιά γνώμη είχε αλήθεια για μένα.
Κατάλαβε άραγε ποτέ τους πραγματικούς λόγους που με έκαναν να απομακρυνθώ από εκείνον; Νομίζω, ελπίζω ναι. Έτσι κατάλαβα όταν με κάλεσε στην Ζώμινθο. Για τους ίδιους λόγους όμως, ξανά αρνήθηκα.
Πεισματάρα κι εγώ σαν εκείνον κι αυστηρή με την σκληρότητα της νεότητας.
Πάντα θα αναρωτιέμαι αν εκτός από την ανασκαφική του τέχνη μου μετέδωσε και το μικρόβιο να προσεγγίζω με συναισθηματισμό τον ανώνυμο άνθρωπο της προϊστορίας.
Νομίζω ότι αν μπορούσα να ζητήσω κάτι αυτή τη στιγμή θα ήταν μιά τελευταία ευκαιρία να συζητήσω μαζί του, να του πω ειλικρινά την γνώμη μου και να ακούσω ειλικρινά την δική του. Αν είχα μιά δεύτερη ευκαιρία ίσως έβρισκα το θάρρος να πω αυτά που δεν είπα.
Μπα. Ούτε τότε.
Αν είχα μιά δεύτερη ευκαιρία, θα ζητούσα να μείνουμε μαζί μόνοι μέσα σε ένα δωμάτιο, σε μιά αποθήκη ενός μουσείου ας πούμε, να χαζεύουμε τα ευρήματα χωρίς να μιλάμε. Αυτό.
Αυτή η αγάπη τόσο βίαιη τόσο εύθραυστη τόσο τρυφερή τόσο απελπισμένη
Αυτή η αγάπη όμορφη όπως η μέρα κι άσχημη όπως ο καιρός όταν ο καιρός είναι άσχημος
Αυτή η αγάπη τόσο αληθινή αυτή η αγάπη τόσο όμορφη τόσο ευτυχισμένη τόσο χαρούμενη και τόσο αξιολύπητη
Τρέμοντας από φόβο, σαν παιδί στο σκοτάδι, και τόσο σίγουρη για τον εαυτό της, σαν άνθρωπος ήρεμος στη μέση της νύχτας Αυτή η αγάπη που την φοβούνταν οι άλλοι, που τους έκανε να μιλούν, που τους έκανε να χάνουν το χρώμα τους Αυτή η αγάπη προσεγμένη, γιατί εμείς την προσέξαμε
Κυνηγημένη, τραυματισμένη, ποδοπατημένη, τελειωμένη, απαρνημένη, ξεχασμένη, γιατί εμείς την κυνηγήσαμε, την τραυματίσαμε την ποδοπατήσαμε την αποτελειώσαμε την απαρνηθήκαμε την ξεχάσαμε
Αυτή η αγάπη ολόκληρη, τόσο ζωντανή ακόμη, και τόσο ηλιόλουστη Είναι δική σου Είναι δική μου Αυτό που υπήρξε, αυτό το πράγμα το πάντα καινούργιο Και που διόλου δεν έχει αλλάξει
Τόσο αληθινή όσο ένα φυτό Τόσο τρεμάμενη όσο ένα πουλί Τόσο θερμή, τόσο ζωντανή όσο το καλοκαίρι
Μπορούμε κι οι δυό να φεύγουμε και να επιστρέφουμε Μπορούμε να ξεχνάμε Και μετά να κοιμόμαστε πάλι Να ξυπνάμε, να υποφέρουμε, να γερνάμε Να κοιμόμαστε κι άλλο Να ονειρευόμαστε το θάνατο Να ξυπνάμε, να χαμογελάμε και να γελάμε και να ανανεωνόμαστε
Η αγάπη μας μένει εκεί πεισματάρα σαν γάϊδαρος ζωντανή σαν την επιθυμία σκληρή σαν την μνήμη ανόητη σαν την μετάνοια τρυφερή σαν την ανάμνηση κρύα σαν το μάρμαρο όμορφη σαν την μέρα εύθραυστη σαν το μωρό
Μας κοιτάει χαμογελαστή, και μας μιλά, χωρίς να λέει κάτι Και εγώ την ακούω τρεμάμενη, και φωνάζω Φωνάζω για σένα, φωνάζω για μένα, σε ικετεύω Για σένα για μένα, και για όλους εκείνους που αγαπιούνται Και που έχουν αγαπηθεί
Ναι την φωνάζω για σένα για μένα, και για όλους τους άλλους, που δεν γνώρισα ποτέ Μείνε εκεί, εκεί που είσαι, εκεί που ήσουν πριν Μείνε εκεί, μην μετακινείσαι, μην πας μακριά Εμείς που αγαπηθήκαμε, εμείς σε ξεχάσαμε Εσύ μην μας ξεχάσεις Είχαμε μόνο εσένα στον κόσμο Μην μας αφήσεις να κρυώσουμε, πάντα πολύ πιο μακριά και πουθενά Δώσε μας σημείο ζωής πολύ αργότερα στο σκοτάδι στο δάσος της μνήμης να εμφανιστείς ξαφνικά να μας πιάσεις το χέρι Και να μας σώσεις.
γνωρίζετε την προτίμησή μου στην προώθηση νέων πολιτικών προσώπων που κινούνται εκτός του κυκλώματος της οικογενειοκρατίας και του νεποτισμού (γράφω δύο συνώνυμα για έμφαση) και ονειρεύονται να αλλάξουν τον ρου αυτής καταβασανισμένης χώρας.
Με το θάρρος της γνωριμίας μας, σας επέπληξα (εδώ) προ μηνός για την λανθασμένη στο παρελθόν ψήφο σας και την δυσπιστία στην επιλογή νέων, το τονίζω ΝΕΩΝ, ανθρώπων σε κομβικές πολιτικές θέσεις.
Ορισμένοι από εσάς, φίλοι μου, με δηλώσεις σας στα σχόλια της ανάρτησης εκείνης επιδείξατε ειλικρινή μεταμέλεια και επικαλεστήκατε άγνοια. Ιδού τώρα η ευκαιρία σας να αποδείξετε την αλήθεια των ισχυρισμών σας και να δώσετε την ψήφο σας εκεί που πραγματικά θα πιάσει τόπο.
Εν όψει των επερχόμενων δημοτικών εκλογών σας γνωρίζω τρία σημαίνοντα, αν μή κατά τι παραγνωρισμένα πρόσωπα που φιλοδοξούν να κερδίσουν μιά θέση στην καρδιά σας και στο φάκελο που θα ρίξετε στην κάλπη την Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010.
Οι πολιτικοί που σας παρουσιάζω εν συντομία ανήκουν σε τρία διαφορετικά πολιτικά κόμματα, σε νέους σχηματισμούς και όχι στα γνωστά καθεστωτικά κομματικά σχήματα.
Τύχη αγαθή μου δίνει προσωπικά την δυνατότητα να ψηφίσω τους δύο εξ αυτών, εφ'όσον ο ένας θέτει υποψηφιότητα ως δημοτικός σύμβουλος στον Πειραιά και ο άλλος ως περιφερειακός σύμβουλος στην Αττική. Επειδή ομιλούν αποτελεσματικά αντ'αυτών τα προεκλογικά τους έντυπα θα περιοριστώ σε ελάχιστες επισημάνσεις.
Φίλιππος Καμπούρης, Δημοσιογράφος-Παρουσιαστής
Αν κατοικείτε σε άλλη χώρα ή πλανήτη ίσως δεν έχετε ακούσει ποτέ ότι ο κος Φ. Καμπούρης είναι ο παρουσιαστής των πλέον επιτυχημένων δημοσιογραφικών εκπομπών στην ελληνική τηλεόραση. Εσείς μόνον συγχωρείστε αλλά παραπέμπεστε σε ενδελεχή μελέτη των βιντεοσκοπημένων αποσπασμάτων της εκπομπής στο γνωστό βιντεοsite.
Ξεκινήστε από εδώ, όπου ο δημοσιογράφος περιβάλλεται από όλα τα μεγάλα αστέρια του πολιτικού και κοινωνικού σχολιασμού (κα Ντούβλη, κος Εθνικός Σταρ, κος Κωλοτούμπας, κος Σώτης Τσογλάνης, κ.α.) αλλά παρακαλώ μην μπερδευτείτε, τον κο Κωλοτούμπα τον έχετε ήδη ψηφίσει σε υψηλή πολιτική θέση.
Για να επανέλθουμε στο παρόν, παρακαλώ λάβετε υπ'όψιν σας ότι ο κος Καμπούρης πολιτεύεται με τον συνδυασμό "Πειραιάς Πόλη Θρύλος" του οποίου ηγείται ο κος Π. Μαντούβαλος.
Προς τέρψιν και ενημέρωσιν αναπαράγω την κάρτα του υποψηφίου, άνευ άλλων σχολίων ή μόνοn του θαυμασμού μου για την γραφιστική της τελειότητα (είναι και ντουμπλ-φας και έγχρωμη).
Παναγιώτης (Πητ) Παπαδάκος
Για τον κο Παπαδάκο, επίσης εξέχον και παραγωγικό μέλος της ελληνικης κοινωνίας, δεν θα γράψω παρά ελάχιστα. Ο πρώτος λόγος είναι ότι φοβάμαι ότι με τα 3 νταν που διαθέτει, αν με πετύχει πουθενά, δεν θα βρει ο παπάς να θάψει.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι τα λέει θαυμάσια ο ίδιος στο σύντομο αλλά περιεκτικό και πληροφοριακό βιογραφικό σημείωμα που περιλαμβάνει το προεκλογικό φυλλάδιό του (το οποίο σημειωτέον διανέμει ο ίδιος).
Θα περιοριστώ στα εξής:
1. Η γραφή "τα εκ βοντό" για το σχετικό ολυμπιακό άθλημα είναι ασφαλώς προβληματική ορθογραφικά. Εφ'όσον καταφανώς πρόκειται για ελληνικό άθλημα (πώς λέμε "τα εκ βαθέων"), θα έπρεπε να γράφεται "τα εκ βοντώ", όπως λέμε 'άλμα επί κοντώ'.
2. Για τον Σούλη Τσικρίκα ή Τσικρικά (μήπως γι'αυτό ο δαιμόνιος γραφίστας έγραψε με κεφαλαία;) βρήκα μόνον ότι έχει συμμετάσχει στις ταινίες "Το ρεμάλι της Αθήνας" και "Τα καθάρματα", αλλά δεν αμφιβάλω ποσώς ότι θα ήταν μεγάλος δάσκαλος αν το λέει ο κος Παπαδάκος.
3. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα όταν διάβασα το φυλλάδιο και παρατήρησα το πλήθος των πτυχίων (Μάστερ, Δοκτορά, Ψυχολογίας και Αστρολογίας) που διαθέτει ο υποψήφιος ήταν ότι με τα πενιχρά μου προσόντα ούτε θέση διδάκτορος στην Ανωτάτη Σχολή Προβλέψεων Ουρανίων Σωμάτων δεν μπορώ να βρω.
Ας σημειώσω πάντως ότι ο κος Παπαδάκος δεν εστάθη τόσο τυχερός όσον αφορά την γραφιστική απόδοση του φυλλαδίου, εφόσον το κείμενο περιέχει σοβαρά συντακτικά λάθη που δυσκολεύουν την κατανόηση του περιεχομένου του. Επιπλέον υπάρχει ένα ασυγχώρητο ορθογραφικό λάθος που αφορά τον μελλοντικό επιδιωκόμενο τίτλο του κου Αδώνιδος Γεωργιάδη ως "περιφερΙάρχη".
Αναδημοσιεύω το φυλλάδιο ως έχει, έχοντας προσθέσει με κίτρινο χρώμα σημεία που αξίζουν περαιτέρω προσοχής.
Καλλίτσα-Γιαννοπούλου-Τσιάκα
Σας ξεγέλασα (!) και ελπίζω να πήρατε το πολιτικό μάθημα να μην πιστεύετε τις προγραμματικές δηλώσεις που ακούτε.
Η κα Γιαννοπούλου-Τσιάκα δεν είναι υποψηφία στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ως γνωστόν πολιτεύεται συνήθως ως υποψήφια βουλευτής της Β' Αθηνών με το κόμμα Δημοκρατική Αναγέννηση του κου Σ. Παπαθεμελή - στις προηγούμενες εκλογές μάλιστα ο λαός των Αθηνών την ετίμησε με 320 ψήφους.
Επειδή όμως της έχω ιδιαίτερη αδυναμία, όπως ίσως θυμάστε από το αφιερωματικό αυτό κείμενο, θέλησα να μοιραστώ μαζί σας τον ενθουσιασμό μου για το γεγονός ότι έπεσε στα χέρια μου η προσωπική της κάρτα.
Για ευνόητους λόγους παρενέβην και έσβησα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να της δημιουργήσουν πρόβλημα από κακοήθεις και εφ'όσον δεν πρόκειται για έντυπο που μοιράζει διαφημιστικά και αφειδώς.
Η κα Γιαννοπούλου διαθέτει προσωπική ιστοσελίδα που αναφέρεται στην κάρτα (εδώ), αλλά επιτρέψτε μου να περιαυτολογήσω: δεν διαθέτει ούτε κατά διάνοια το πλήθος στοιχείων που αναφέρω στο δικό μου κείμενο (εδώ).
Κλείνοντας σας ερωτώ: αυτή μου η πολιτική παρέμβαση θα μείνει ασχολίαστη;
Προσπάθησα σήμερα πολύ να κουραστώ σωματικά, να κουραστώ πάρα πολύ, για να μπορέσω να κοιμηθώ το βράδυ. Κουράστηκα σε βαθμό λιποθυμίας, δεν είχα κουράγιο ούτε να μιλήσω.
Her Garden
Είναι 4.45, νύχτα βαθιά, και γράφω μέσα στο λευκό κουτί του ιστολογίου. Προφανώς το σχέδιο απέτυχε.
Miss Eve
Ακούω τον ήχο της βροχής στο λούκι. Είναι μύθος ότι ο ήχος αυτός σε νανουρίζει. Εμένα δεν με νανουρίζει τίποτα.
Let it rain
Δεν θυμάμαι από πότε έχω να κοιμηθώ κανονικά. Νομίζω από τον Ιούνιο. Αλλά πάλι γιατί τον Ιούνιο; Γιατί όχι πιό παλιά; Γιατί όχι από πέρισυ τον Μάϊο;
The second look
Δεν θυμάμαι από πότε έχω να κοιμηθώ κανονικά. Μοιάζει περισσότερο να χάνω τις αισθήσεις μου προσωρινά, αλλά πάλι δεν παραδίνομαι πλήρως, έχω συναίσθηση των θορύβων του σπιτιού.
Ακούω το ψυγείο που κάθε βράδυ τεντώνεται όταν ξέρει ότι δεν το βλέπουμε, το μηχανάκι του απέναντι που μαρσάρει νωρίς το πρωί, το Σατανάκι που ουρλιάζει ξαφνικά και τρέχει πέρα δώθε πάνω απ'το κεφάλι μου.
Last night in my dreams
Το Σατανάκι ζει στον επάνω όροφο και υποτίθεται ότι είναι κορίτσι. Οι κραυγές του, τα ουρλιαχτά του ακούγονται άξαφνα και σου παγώνουν το αίμα. Λυπάμαι τους γονείς του μα δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να τους σώσω.
Mona's rose
Πάψε Σατανάκι. Θέλω να κοιμηθώ.
The starfish
Να κοιμηθώ έναν ύπνο άηχο, βουβό, να κλείσω τα μάτια μου και να μην σκέφτομαι τίποτα απολύτως, απολύτως τίποτα.
Μεσημέρι και υγρασία. Ανεβαίνω την Ομήρου ψάχνοντας τα νούμερα εναγωνίως, να βρω το 27.
Κατεβαίνω με προσοχή τα σκαλάκια της γκαλερί Elica (τι καλά, είμαι μόνη).
Κοιτάζω γύρω μου τις φωτογραφίες του Σπύρου Στάβερη.
Αυτό που με πιάνει όταν βλέπω τις φωτογραφίες του είναι μιά υπέρμετρη διάθεση λογοδιάρροιας, θέλω να μιλήσω γι'αυτές, να τις συζητήσω, κι έτσι ήταν σχεδόν οδυνηρή εμπειρία η μοναχική μου επίσκεψη στην έκθεση γιατί μιλούσα διαρκώς από μέσα μου (πράγμα επιβαρυντικό για την ψυχική μου υγεία).
Στο υπόγειο της Ομήρου, ο Στάβερης (ή πιό σωστά η επιμελήτρια Ρενάτα Κωνσταντίνου) συγκέντρωσε την πιό ανομοιογενώς ομοιογενή παρέα που μπορεί κανείς να φανταστεί. Μιά πολυθρόνα με τον Μαρκεζίνη, ο Φλωρινιώτης με ένα κορίτσι στην αγκαλιά του (πόσο το ζήλεψα αυτό το κορίτσι, απ'το μπαλέτο του άραγε;), την Ντόντα Βορίδη και την απόκοσμη τραγουδίστρια από τα Μανουσάκια, την δίδα Χαραγκιώνη με τα ωραία χρυσά της γοβάκια και την Παλόμα με το ωραίο χρυσό της φόρεμα. Όλοι αυτοί αγκαλιάζονται με τον ίδιο σεβασμό, φωτίζονται με το ίδιο φως, την ίδια αγάπη, και δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με την δημοκρατικότητα του φωτογράφου, δεν μπορώ παρά να δω κι εγώ με συμπάθεια όλους τους πρωταγωνιστές του. Μπορώ να τους συμπαθήσω. Τους καταλαβαίνω.
Κάποια στιγμή στέκομαι μπροστά σε ένα έργο του με δύο ανθοσυνθέσεις με ορχιδέες επάνω σε ένα μπαρόκ τραπέζι στην Παλιά Βουλή νιώθω μιά ακατανίκητη επιθυμία να αποκτήσω αυτή την φωτογραφία και σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να την κλέψω και να αρχίσω να τρέχω τον κατήφορο στην Ακαδημίας με τη φωτό παραμάσχαλα. Ευτυχώς γυρνάω στον απέναντι τοίχο και βλέπω ένα εκπληκτικό πορτρέτο της Λόλας Ζολώτα στο εξωπραγματικό διαμέρισμά της. Κι αυτό το θέλω. Κι έπειτα παρακάτω, λατρεύω την φωτογραφία με τους πολύχρωμους παπαγάλους που κουρνιάζουν στον γύψινο περίδρομο ενός ψηλοτάβανου δωματίου.
Τίποτα δεν έκλεψα τελικά, ανίκανη είμαι και γι'αυτό.
Νομίζω ότι αυτό που αγαπώ πιό πολύ στις φωτογραφίες του Στάβερη είναι το γεγονός ότι μπορώ να τις γευτώ, περίπου όπως κάνω με ένα λαχταριστό γλυκό: απολαμβάνω πρώτα το σύνολο και έπειτα καταναλώνω μπουκιά-μπουκιά. Οι λεπτομέρειες στις φωτογραφίες του είναι τέτοιες απολαυστικές μπουκιές: η λουλουδάτη ταπετσαρία της πολυθρόνας του Μαρκεζίνη, το καλσόν της Παλόμας, ένα κομμάτι μονωτική ταινία που κρατάει στη θέση της την κλειδαριά στο σπίτι της κας Βάσως, η φουσκωμένη ταπετσαρία στο διαμέρισμα της Λ. Ζολώτα, τα φλοράλ σεντόνια στον χώρο εργασίας μιάς άγνωστης κυρίας, η προσωπογραφία της προσωπογραφίας του Φώσκολου, το γαρύφαλλο στο στόμα ενός γλεντζέ, τα ξηλωμένα ταβάνια στο σπίτι του Big Brother.
Φεύγω από την έκθεση σκεπτόμενη ότι χρειάζομαι ένα λεύκωμα με φωτογραφίες του Σπύρου Στάβερη για να μπορώ να τις χαζεύω με την ησυχία μου και να μην μπαίνω στον πειρασμό να τις κλέβω.
[Η πηγή της φωτογραφίας και πληροφορίες για την έκθεση εδώ]
Holly: Poor old cat. Poor slob. Poor slob without a name. I don't have the right to give him one. We don't belong to each other. We just took up one day. I don't want to own anything until I find a place where me and things go together. I'm not sure where that is, but I know what it's like. It's like Tiffany's.
Paul: Tiffany's. You mean the jewelry store?
Holly: That's right. I'm crazy about Tiffany's. Listen. You know those days when you get the mean reds?
Paul: The mean reds? You mean, like the blues?
Holly: No. The blues are because you're getting fat or maybe it's been raining too long. You're just sad, that's all. The mean reds are horrible. Suddenly you're afraid, and you don't know what you're afraid of. Don't you ever get that feeling?
Paul: Sure.
Holly: When I get it, the only thing that does any good is to jump into a cab and go to Tiffany's. Calms me down right away. The quietness and the proud look of it. Nothing very bad could happen to you there. If I could find a real-life place to make me feel like Tiffany's, then... then I'd buy some furniture and give the cat a name.
Το Σάββατο το βράδυ ήταν για μένα μιά mean red day. Μιά πολύ κακή νύχτα που φαινόταν να μην έχει τέλος, σε ένα ατέλειωτο πανηγύρι ματαιοδοξίας και κακογουστιάς, με συντροφιά ένα σωρό μικροαστείους τύπους που γύρευαν εναγωνίως να δικαιολογήσουν κάπως το γεγονός της ύπαρξής τους. Όλο το βράδυ έτρωγα περιφρόνηση κι έπινα μίσος, δεν είχα την πολυτέλεια να τους λυπηθώ.
Επιβίωσα χάρη στην βοήθεια της Holly Golightly, υιοθετώντας την εμφάνιση και την περσόνα της και νιώθω, τώρα που το σκέφτομαι, αφάνταστη ικανοποίηση για την επιλογή μου. Χωρίς να χρησιμοποιήσω καν όλα μου τα όπλα, κέρδισα με έναν τρόπο τις άτυπες μάχες που δεν είχα καμιά διάθεση αλλά χρειάστηκε να δώσω.
Όταν κανείς παρευρίσκεται σε αποκριάτικα πάρτυ πρέπει να κάνει καλή επιλογή κοστουμιού, έτσι δεν είναι;
Δεν βγήκα βέβαια αλώβητη. Το σώμα μου μετά από δώδεκα ώρες stress αποφάσισε να κάνει απεργία κι ακόμη δεν έχει επανέλθει σε κανονικούς ρυθμούς. Θα επανέλθει όμως, που θα πάει ;)
Υ.Γ. Στο μεταξύ συνεχίζω να παίζω με το καινούργιο μου παιχνίδι.